Εἶναι ἡ τελευταία ὥρα. Τό ἄχραντο παρθενικό σῶμα ἐγκαταλείπεται σιγά-σιγά ἀπό τίς ἀσθενικές του δυνάμεις. Ὁ θάνατος δέν θ᾽ ἀργήσει νά κυριαρχήσει ἐπάνω του, συνεπής στήν ὥρα τῆς συνάντησής του μέ τούς θνητούς.
Τά μάτια πού ἀξιώθηκαν νά δοῦν τά μεγαλεῖα τοῦ Κυρίου κλείνουν στόν κόσμο αὐτό, γιά ν᾽ ανοίξουν σ᾽ ἕναν ἄλλο, ὑπέροχο. Τά χέρια πού φρόντισαν μέ μητρική στοργή τόν ἐνσαρκωμένο Δημιουργό τους καί Δημιουργό ὅλου τοῦ σύμπαντος, γέρνουν εὐλαβικά πάνω στό στῆθος. Θ᾽ ἁπλωθοῦν πάλι· αὐτή τή φορά ὅμως γιά νά σκορπίσουν παντοῦ τό ἀντίδωρο ἐκείνης τῆς ταπεινῆς διακονίας: τά χαρίσματα τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ της. «Αὕτη πρώτη δεχομένη τό διά πάντων ἧκον πλήρωμα τοῦ τά σύμπαντα πληροῦντος, καθίστησι τοῖς πᾶσι χωρητόν, νέμουσα πρός δύναμιν ἑκάστῳ κατά τήν ἀναλογίαν καί τό μέτρον τῆς ἑκάστου καθαρότητος»*.
Δέν ἐπιδίωξε τίποτε τό ὑψηλό στή ζωή αὐτή. Ἡ Ναζαρέτ μπορεῖ νά μαρτυρήσει γιά τήν ἀσημότητά της, γιά τήν ἀπέριττη ἁπλότητα τῆς ἀναστροφῆς της. Αὐτή παρέμεινε στήν ἀφάνεια ἀκόμη καί ὅταν ὁ Υἱός της ἔγινε τό πρόσωπο τῆς ἡμέρας καί στή σκέψη πολλῶν ὁ σίγουρος βασιλιάς τοῦ Ἰσραήλ...
Νά ὅμως ὅτι τώρα ὅλα αὐτά παρῆλθαν. Ὁ οὐρανός ὑποδέχεται αὐτοκρατορικά τό πνεῦμα της. Παραμερίζουν τά τάγματα τῶν ἀγγέλων μέ σεβασμό μπροστά της. Ἡ βασίλισσα ἐπιθεωρεῖ τά στρατεύματα τοῦ Βασιλέως τῶν βασιλέων! Τό ὅραμα αὐτό ἀπόλαυσε προφητικά καί ὁ Δαβίδ, ὅπως μαρτυρεῖ ἡ γραφίδα του· «παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου». Καί τονίζει «ἐκ δεξιῶν σου», ἐνῶ γιά τά Σεραφείμ ἡ Γραφή ἀποκαλύπτει ὅτι «εἰστήκεισαν κύκλω αὐτοῦ». «Ὁρᾶτε τήν διαφοράν τῆς στάσεως; Ἀπό ταύτης ἔχετε συνορᾶν καί τήν διαφοράν τῆς κατά τήν αξίαν τάξεως». Ἡ θέση ἐμφαίνει τήν ὕψιστη τιμή...
Ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου κοιμᾶται πλέον. Οἱ ὁμόφυλοί της, πού στέκουν γύρω της, ψιθυρίζουν μέ δέος τό πανάρχαιο κάλεσμα τοῦ Γιαχβέ, ὅπως συνήθιζαν οἱ Ἰσραηλίτες σέ τέτοιες στιγμές· «Ἄκουε, Ἰσραήλ· Κύριος ὁ Θεός ἡμῶν Κύριος εἶς ἐστι». Πόσο λαμπρύνεται τοῦτο τό αἰώνιο κήρυγμα καί πόσο φωτίζεται ἀπό τήν μορφή της!
Δέν θά κατανοήσουμε ποτέ τό βάθος πού κρύβει τό μυστήριο τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν παρθένο Μαρία. Καί ἡ ἴδια δέν προσπάθησε νά τό κατανοήσει. Ἁπλῶς τό δέχτηκε.
Μποροῦμε ὅμως νά μαθητεύσουμε στήν ἄφατη ταπείνωσή της. Νά ἀκολουθήσουμε τήν ἴδια ὁδό ζωῆς, ἔστω κι ἄν θά χρειαστεῖ νά ὑπομείνουμε ροφμαία. Ἔτσι θά ἀντικρύσουμε καλύτερα τόν ἑαυτό μας καί ἴσως τότε ἀκούσουμε κι ἐμεῖς τή λυτρωτική φωνή· «Μή φοβοῦ... εὗρες γάρ χάριν παρά τῷ Θεῷ...».
*Τά χωρία εἶναι τοῦ ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμ. λζ΄, Εἰς τήν κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, PG 151,460ἑ.
Εὐάγγελος Δάκας
Δρ. Θεολογίας