Ἀτρόμητος στυλοβάτης

 riginosc Ἕνας ἐμπνευσμένος ἱεράρχης, κρατερός ὑπερασπιστής τῆς ἀλήθειας καί γενναῖος θεματοφύλακας τῆς πίστης προ­­­βάλλει μπροστά μας στό συναξάρι τῆς 25ης Φεβρουαρίου.
  Ὁ Ρηγίνος ἀνδρώθηκε μέσα σέ μιά εὐσεβῆ οἰκογένεια μέ οἰκονομική εὐμάρεια στή Λιβαδειά τῆς Βοιωτίας στά μέ­σα τοῦ 4ου αἰώνα μ.Χ. Πλουτίστηκε ἀπό τόν Θεό μέ ἐκλεκτά χαρίσματα πού τά καλλιέργησε μέ ἐπιμέλεια καί ζῆλο. Ἡ συ­στηματική κατήχησή του σέ θέματα πίστεως ἀλλά καί ἡ ἐμβριθής μελέτη τῆς θύραθεν παιδείας τόν ἀνέδειξαν λό­γιο καί καταρτισμένο μέλος τῆς τοπι­κῆς ἐκ­κλησίας.
  Βρισκόμαστε σέ μιά ἀποφασιστική καμπή τῆς ἱστορίας. Ἡ Ἐκκλησία σημειώνει τά πρῶτα της βήματα ἐπίσημα καί ἀναγνωρισμένα ἀπό τήν πολιτεία, μέ τή συνδρομή τοῦ πρώτου χριστιανοῦ αὐτοκράτορα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ὅμως κι ἄν τό θηρίο τῶν διωγμῶν ἔπα­ψε νά βρυχᾶται, ἡ προβατόσχημη ἀ­πειλή τῶν αἱρέσεων πληγώνει τό σῶμα τῆς Ἐκ­­κλησίας.
  Ὕστερα ἀπό τόν θάνατο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου (337μ.Χ.), ὁ γιός του Κωνστάντιος γίνεται ὑπέρμαχος τῶν αἱ­ρετικῶν ἀρειανῶν καί σφοδρός διώκτης τῶν Ὀρθοδόξων.
  Στήν κρίσιμη αὐτή ὥρα ὁ Ρηγίνος δέχεται πρόθυμα τή χάρη τῆς ἱεροσύνης καί σύντομα χειροτονεῖται ἐπίσκοπος στό νησί τῆς Σκοπέλου. Μέ σύνεση καί τόλμη, μέ σεμνότητα καί δυναμικότητα ποιμαίνει τούς πιστούς, πού κάτω ἀπό τήν καθοδήγησή του βιώνουν τήν ἁγιοπνευματική χαρισματική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας.
  Τό 343 λαμβάνει μέρος στή Σύνοδο τῆς Σαρδικῆς, στή σημερινή Σόφια τῆς Βουλγαρίας, ὅπου βάζει αὐθεντική σφρα­­­γίδα στήν ἑδραίωση τῆς Ὀρθοδοξίας. Μέ εὐφράδεια, ἐπιχειρήμα­τα ἄσειστα καί ἀ­ποδείξεις ἀκαταμάχη­τες ἀνασκευάζει τίς κακοδοξίες τῶν ἀ­ρειανῶν. Κατα­δει­­­κνύ­ε­ται ἔτσι περίτρανα ἡ πίστη τῶν Ὀρθοδόξων ὡς ἡ μόνη γνήσια ἐκκλησιαστική πα­ράδο­ση. «Ἀξίνη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ χρηματίσας, Ῥη­γῖνε, τῶν αἱ­ρέσεων τὰ ζιζάνια καὶ ἀ­καν­θώδη βλαστήματα τελείως ἐκ­ριζώ­σας...».
  Μετά τό πέρας τῶν ἐργασιῶν τῆς Συνόδου ὁ Ρηγίνος ἐπιστρέφει στήν ἐ­πισκοπή του, γιά νά παραμείνει σοφός καί ἀτρόμητος οἰακοστρόφος καί στίς καινούργιες θύελλες πού θά κλυδωνίσουν τό καράβι τῆς Ἐκκλησίας.
  Ὁ νέος ἀναρριχητής τοῦ αὐτοκρατορικοῦ θρόνου, ὁ Ἰουλιανός ὁ Παρα­βά­της (361-363), σημειώνει αὐθαίρετα στροφή στό σκοτεινό παγανιστικό πα­ρελ­θόν. Ἡ εἰδωλολατρία πού ξεψυχᾶ κάνει τήν ὕ­στατη προσπάθεια νά ἐπι­βι­ώ­σει ἐπαναφέροντας τούς διωγμούς ἐ­να­ντίον τῶν χρι­στιανῶν.
  Γοργά φθάνει στή Βασιλεύουσα ἡ φήμη τοῦ δραστήριου ἐπισκόπου Ρηγίνου πού ἡ παρουσία του καθιστᾶ τή Σκόπελο ἀκαθαίρετο προπύργιο Ὀρθοδο­ξί­­ας. Ἀποστέλλεται στό νησί ὁ ἔπαρχος τῆς Ἑλλάδας γιά νά ἐπιβάλει στόν Ρηγί­νο τή βούληση τοῦ χριστιανομάχου αὐ­το­­κράτορα. Ὁ φανατικός εἰδωλολάτρης ἔπαρχος συλλαμβάνει τόν ἐπί­σκο­πο καί ἀπαιτεῖ νά ἀσπασθεῖ δημόσια τή λατρεία τῶν εἰδώλων.
  Γενναῖος στέκεται ὁ Ρηγίνος μπροστά στόν θηριώδη ἔπαρχο, χωρίς τόν παραμικρό φόβο καί κλονισμό. Ἀρνεῖται κα­τηγορηματικά νά ἐκτελέσει τή διατα­γή του, ὁμολογεῖ σθεναρά τήν πίστη στόν Ἰη­σοῦ Χριστό καί στηλιτεύει τήν ἀ­δόκιμη καί ἀνεδαφική ἐπιλογή τοῦ αὐ­τοκράτο­ρα. Καταγγέλλει τούς νέους διωγμούς ὡς πράξη βάρβαρη καί ἀπολί­τιστη, ἡ ὁποία δέν ταιριάζει σέ ἕναν ὑ­ποτιθέμενο λάτρη τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτι­σμοῦ, ὅπως ἐπιθυμοῦσε νά ἐμφανίζεται ὁ Ἰουλιανός.
  Ὁ ὁμολογητής ἐπίσκοπος ὑπομένει μέ θάρρος τά ἄγρια βασανιστήρια πού ἀκολουθοῦν, αὐξάνοντας τόν θαυμασμό καί τήν ἀγάπη τοῦ ποιμνίου του, πού ἄ­γρυπνα παρακολουθεῖ τή μαρτυρική πορεία τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα.
  Μέ ἐντολή τοῦ ὀργισμένου ἐπάρχου ὁ Ρηγίνος παραδίδεται στούς δημίους νά τόν διαπομπέψουν γιά παραδειγματισμό καί στή συνέχεια νά τόν θανα­τώ­σουν. Τόν ὁδηγοῦν στό στάδιο τῆς πό­λης, ὅπου τόν βασανίζουν φρικτά, μέ τήν ἄγρια παρότρυνση φανατικῶν εἰδωλολατρῶν. Ὁ ἡρωικός ἀρ­χιερέας ὁδηγεῖται στήν τοποθεσία «Πα­λαιό Γεφύρι», ὅπου μέ ἀποκεφαλισμό παραδίδει τήν ψυχή του στόν Μέγα Ἀρχιερέα ἔχοντας φυλάξει μέ πιστότητα τήν ἱερή παρακαταθήκη. Εἶναι 25 Φεβρουαρίου τοῦ 362. Οἱ πιστοί ἐ­ντα­φιάζουν μέ τιμές τό μαρτυρικό σῶμα τοῦ Ἁγίου σέ παρακείμενο δάσος. Ὁ τά­φος του ἀναδεί­χθηκε πηγή ἁγιασμοῦ καί θαυμάτων γιά τούς εὐλαβεῖς προσκυνητές.
  Ἡ μνήμη τοῦ στυλοβάτη τῆς ὀρθό­δο­ξης πίστης Ρηγίνου τοῦ ἱερομάρτυρα ἑορτάζεται τήν ἡμέρα τοῦ μαρτυρικοῦ του θανάτου. Ἰδιαίτερα τιμᾶται στή Σκόπελο ὡς πολιοῦχος καί ἔφορος τοῦ νησιοῦ. Γιορτάζεται ἐπίσης μέ λαμπρό­τητα στή γενέτειρά του Λιβαδειά τῆς Βοι­ω­τίας, ὅπου ὑψώνεται καί περίλαμπρος ναός στή μνήμη του.
  Ὁ μαρτυρικός ποιμένας, πού ὀρθοτόμησε μέχρι θανάτου τόν λόγο τῆς ἀλη­θείας, μᾶς βεβαιώνει πώς στήν ἱστορία τοῦ κόσμου οἱ «Ἰουλιανοί» παρέρχονται ἡττημένοι. Ἡ Ἐκκλησία κατα­διώκεται ἀλ­λά δέν παύει νά ἐξαπλώνεται, σπιλώνεται ἀλλά ἐξακολουθεῖ νά ἀκτινοβολεῖ. Τά παιδιά της βασανίζονται ἀλλά δέν ἀφανίζονται, ἀντίθετα στεφανώνονται μέ τό φῶς τῆς αἰώνιας ζωῆς. Μέσα σέ ἀνεμοστρόβιλους διωγμῶν καί θύελλες αἱρέσεων ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας, ἡ Ὀρ­θό­­δοξη Ἐκκλησία, πορεύεται πρός τόν εὔ­διο λιμένα τῶν οὐρανῶν.

Ἰχνηλάτης

Περιοδικό "Ἁπολύτρωσις",

Τεῦχος Φεβρουαρίου 2025