Κατά τή μακρά πορεία τῆς προετοιμασίας τῆς ἀνθρωπότητας γιά τή σωτηρία της, ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ χρησιμοποίησε πολλούς διαφορετικούς τρόπους, ἀνάμεσα στούς ὁποίους καί ἀνθρώπους πού στό ἱερό κείμενο ὀνομά- ζονται «δοῦλοι τοῦ Κυρίου». Τόν τίτλο αὐτό φέρουν ἐπάξια πρόσωπα ὅπως οἱ πατριάρχες Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, Ἰακώβ, ὁ Μωυσῆς, ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὁ Δαβίδ, οἱ προφῆτες Ἠλίας, Ἀμώς, Ἰερεμίας καί ὅλοι οἱ γνήσιοι προφῆτες, καθώς καί ὅλοι οἱ ἱερεῖς ἐξαιτίας τοῦ ὑψηλοῦ λειτουργήματός τους. Ἀποστολή τους ἦταν νά διατηρήσουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ σέ στενή σχέση μέ τόν Θεό, νά λατρεύουν μόνον αὐτόν καί νά ἐφαρμόζουν τόν νόμο του, ἕως ὅτου πραγματοποιηθεῖ ἡ ὑπόσχεσή του στόν Ἀβραάμ ὅτι «εὐλογήσω σε... καὶ ἐνευλογηθήσονται ἐν σοὶ πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς» (Γέ 12,2.3). Γι’ αὐτό ὁ προφήτης Ἠσαΐας ὀνομάζει «δοῦλο» ὁλόκληρο τόν λαό τοῦ Ἰσραήλ (48,20), διαπιστώνοντας ὅμως μέ θλίψη ὅτι ἀπέτυχε νά εἶναι πιστός στόν Θεό καί νά σκορπίσει τήν εὐλογία του στόν κόσμο, μέ ἀποτέλεσμα καί ὁ ἴδιος νά καταστραφεῖ καί νά αἰχμαλωτιστεῖ.
Στά κεφάλαια 49-53 τοῦ βιβλίου του ὁ προφήτης, μέ τόν φωτισμό πού τοῦ ἔδωσε τό ἅγιο Πνεῦμα, ἀποκάλυψε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ὁ Θεός ὡς ἀπόλυτος Κύριος τοῦ κόσμου καί τῆς ἱστορίας ἔδωσε λύση στό ἀδιέξοδο: Ἐπέλεξε ἕναν ἄλλο Δοῦλο, ὁ ὁποῖος παρέμεινε πιστός μέχρι τέλους καί ὄχι μόνον ἀποκατέστησε τόν παλαιό Ἰσραήλ, ἀλλά καί ἐκπλήρωσε τήν οἰκουμενική ἀποστολή, πού εἶχε ἀνατεθεῖ σέ ἐκεῖνον, μέ θυσία τῆς ζωῆς του.
Ἡ μορφή του παρέμεινε γιά πολλούς αἰῶνες ἄγνωστη καί μυστηριώδης, παρά τήν ἐπίμονη μελέτη καί ἐμβάθυνση τῶν σοφῶν τοῦ Ἰσραήλ στόν προφητικό λόγο, ἀφοῦ κανένα πρόσωπο ἀπό τήν ἱστορία τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ δέν μποροῦσε νά ἀνταποκριθεῖ στίς περιγραφές τοῦ Ἠσαΐα. Τά στοιχεῖα τῆς ταυτότητάς του, σύμφωνα μέ τόν προφήτη, ἦταν τά ἑξῆς:
α)Ὁ Θεός τόν ἐξέλεξε ἀπό τήν κοιλιά τῆς μητέρας του καί τοῦ ἀνέθεσε τήν ἀποστολή (49,1).
β)Γιά νά τήν ἐκπληρώσει μέ ἐπιτυχία, ἔδωσε στά χείλη του λόγο σάν τό «κοφτερό μαχαίρι» καί τόν ὀνόμασε «Δοῦλο» του (49,2-3).
γ)Ὅρισε ὡς ἔργο του νά συνάξει ἀπό τήν ἐξορία τίς διασκορπισμένες φυλές τοῦ Ἰσραήλ καί νά τίς δοξάσει μέ μιά νέα διαθήκη πού θά φωτίσει ὅλα τά ἔθνη καί θά σκορπίσει σωτηρία μέχρι τά ἔσχατα τῆς γῆς (49,5-6).
δ)Ὁ Δοῦλος θά μείνει ἀσάλευτος στήν ἐκπλήρωση τῆς ἀποστολῆς του μέ ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, πού τελικά θά τόν δικαιώσει, παρόλα τά βασανιστήρια πού θά ὑποστεῖ, ὅπως μαστίγωση, ραπίσματα καί ἐμπτυσμούς στό πρόσωπο (50,4-9).
ε)Θά κηρύξει τήν πίστη καί ἐμπιστοσύνη στίς αἰώνιες καί ἀκατάλυτες ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ γιά αἰώνια σωτηρία καί δόξα, μέ ἐγγύηση τή λύτρωση ἀπό τήν ἀσσυριακή καί βαβυλωνιακή δουλεία (51,1-52,12).
στ)Τή λύτρωση αὐτή θά τήν ἐπιτύχει μέ τό προσωπικό του Πάθος, πού θά εἶναι πολύ σκληρό· θά τό ὑποστεῖ ὅμως γιά τίς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ του, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶναι ἀπολύτως ἀθῶος· μέ αὐτό θά γιατρέψει τίς πληγές πού δημιούργησαν οἱ ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ του, τόν ὁποῖο τελικά καί θά δοξάσει μέ τή δόξα πού θά τοῦ χαρίσει ὁ Θεός (52,13-53,12).
Σέ κανέναν -οὔτε βασιλιά, οὔτε προφήτη, οὔτε ἄλλον ἀπό τούς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης- δέν βρίσκονται ὅλα τά παραπάνω συγκεντρωμένα, παρά μόνο στόν θεάνθρωπο Ἰησοῦ ἀπό τή Ναζαρέτ τῆς Γαλιλαίας. Κανείς ἀπό τούς εὐαγγελιστές δέν τόλμησε νά περιγράψει τήν ὄψη του μετά ἀπό τά φρικτά βασανιστήρια πού ὑπέφερε ἀπό τούς σκληροτράχηλους ρωμαίους στρατιῶτες. Τό ἔπραξε ὅμως ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ὁ ὁποῖος ἀναφώνησε ἐν Πνεύ- ματι: «Καὶ εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος· ἀλλὰ τὸ εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον» (53,2-3). Ὁ Δοῦλος τοῦ Κυρίου πού ἔβλεπε δέν εἶχε χάσει μόνο τήν ὡραιότητά του, ἀλλά ἀκόμη καί τήν ἴδια τήν ἀνθρώπινη ὄψη του. Τό ἴδιο ἀκριβῶς περιέγραφε καί ὁ Ψαλμωδός, πάλι ἐν Πνεύματι, λέγοντας: «Ἐγὼ δέ εἰμι σκώληξ καὶ οὐκ ἄνθρωπος, ὄνειδος ἀνθρώπων καὶ ἐξουθένημα λαοῦ» (21,7).
Γιά ποιά αἰτία ὅλα αὐτά; Διότι, ὅπως ἐξήγησε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς, «μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ. Ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν» (Ἰω 15,13-14). Διότι «ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν» (Ἰω 10,10).
Ἀθανάσιος Παπαρνάκης
῾Ἀπολύτρωσις῾῾, Ἀπρίλιος 2024