Στή μνήμη τοῦ πολιούχου της ἁγίου Δημητρίου (26-10-1912) ἡ Θεσσαλονίκη πανηγυρίζει θριαμβευτικά τήν ἀποτίναξη τῆς μακραίωνης τουρκικῆς σκλαβιᾶς. Ἀντίθετα, τό Κιλκίς βυθίζεται πιότερο στό σκοτάδι. Ἁλυσοδένεται μέ δεσμά βουλγαρικά. Ἡ 7η βουλγαρική μεραρχία τοῦ στρατηγοῦ Θεοδωρώφ ὀχυρώνει μέ τόσο σπουδαῖα ἀμυντικά ἔργα ὅλη τήν περιοχή τοῦ Κιλκίς, ὥστε τό καλοκαίρι τοῦ Β´Βαλκανικοῦ πολέμου (1913) νά μοιάζει μέ κάστρο ἀπόρθητο. Ὀνειρεύεται ὁ ἐχθρός νά χρησιμοποιήσει τήν ἰσχυρή αὐτή βάση ὡς ὁρμητήριο νέων ἐπιχειρήσεων μέ ἀπώτερο σκοπό τήν κατάληψη τῆς Θεσσαλονίκης.
Τό ἑλληνικό Στρατηγεῖο, μέ ἐπικεφαλῆς τόν βασιλιά καί ἀρχιστράτηγο Κωνσταντῖνο καί ἐπιτελεῖς τούς ἀξιωματικούς Β. Δούσμανη καί Ἰ. Μεταξᾶ, παρακολουθεῖ ἄγρυπνα τίς ὕποπτες κινήσεις καί ἐνέργειες τῶν Βουλγάρων ἀπό τήν ἕδρα του στό Μελισσοχώρι. Πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νά πέσει τό Κιλκίς. Διαφορετικά, κινδυνεύει ἡ ὑπόλοιπη ἐλεύθερη Μακεδονία.
Ὁ ὁρίζοντας ὅμως εἶναι πολύ ζοφερός. Ὁ ἑλληνικός στρατός ἔχει ν’ ἀντιμετωπίσει ἕναν πανίσχυρο ἀντίπαλο μέ 32 τάγματα πεζικοῦ, 1 σύνταγμα ἱππικοῦ καί 62 πυροβόλα. Ὡστόσο, τέσσερις ἑλληνικές μεραρχίες καί ἡ ταξιαρχία ἱππικοῦ κινοῦνται ἀκάθεκτες ν’ ἀναμετρηθοῦν μέ τούς Βουλγάρους γιά τήν κατάληψη τοῦ Κιλκίς. Πυκνά, δραστικά καί φονικά τά ἐχθρικά πυρά. Τά πολυβόλα καί τά κανόνια ξεχύνουν φωτιά καί σίδερο, γιά νά ἐξοντώσουν κάθε ἀντίπαλο. Μές στή ζέστη τοῦ καλοκαιριοῦ πληθαίνουν οἱ φλόγες τῶν σπαρτῶν, πού ἁρπάζουν φωτιά ἀπό τίς ὀβίδες. Οἱ στιγμές εἶναι πολύ κρίσιμες. Οἱ μάχες σφοδρές.
Κι ὅμως ὁ Ἕλληνας τολμᾶ, ἀντιστέκεται, ἐπιτίθεται. Ξεχνᾶ τή ζωή του, ἀψηφᾶ τόν θάνατο καί παλεύει πεισματικά γιά τό ποθούμενο. Οἱ ἄοκνοι στρατιῶτες μας μέ τούς γενναίους ἀξιωματικούς τους ὁρμοῦν μές στή φωτιά, ριψοκινδυνεύουν, παλεύουν πολλές φορές σῶμα μέ σῶμα. Μέ τίς λόγχες βγάζουν τούς ἐχθρούς ἀπό τά χαρακώματα. Εἶναι ἡ στιγμή πού οἱ σφαῖρες ἔχουν δώσει τή θέση τους στίς λόγχες. Τά ὑψώματα γεμίζουν ἀπό νεκρά κορμιά καί τῶν δύο παρατάξεων. Οἱ ἀπώλειες εἶναι τεράστιες. Ὕστερα ἀπό τιτάνιο ἀγώνα τριῶν ἡμερῶν, παρά τά θεριστικά πυρά, ὑπερπηδᾶ κάθε ἐμπόδιο τό ἑλληνικό πεζικό. Διεισδύει στίς ἀμυντικές γραμμές τῶν Βουλγάρων, καταλαμβάνοντας τό ἕνα μετά τό ἄλλο τά βουλγαρικά ὀχυρά.
Φίλε πατριώτη, σάν ἐπισκεφθεῖς τό Στρατιωτικό Μουσεῖο στόν λόφο ἡρώων τοῦ Κιλκίς, δαφνοστεφάνωσε τίς προτομές 10 ἡρώων, πού ἀτενίζουν, θαρρεῖς, τόν τόπο τοῦ καθήκοντος καί τῆς θυσίας τους. Εἶναι οἱ διοικητές συνταγμάτων καί ταγμάτων Καμάρας, Καμπάνης, Παπακυριαζῆς, Κορομηλᾶς, Καραγιαννόπουλος, Διαλέτης, Κουτήφαρης, Κατσιμήδης, Χατζόπουλος καί Ἰατρίδης. Ἥρωες τῶν βαλκανικῶν μαχῶν, πού στήν ἔνδοξη μάχη τοῦ Κιλκίς ἀφήσατε, κεῖ πάνω στά ὑψώματα, τά ἱερά σας κόκκαλα καί ποτίσατε μέ τό αἷμα σας τήν ἑλληνική γῆ τῆς Μακεδονίας μας, αἰωνία σας ἡ μνήμη!
Σπαραξικάρδια εἶναι ἡ μαρτυρία τοῦ γιοῦ τοῦ Ἀντωνίου Καμπάνη, συνταγματάρχη πεζικοῦ, διοικητῆ τοῦ 8ου συντάγματος. Ὑπηρετοῦσε στή μονάδα τοῦ πατέρα του ὡς ἁπλός στρατιώτης:
«Μπῆκα στή σκηνή καί πάνω σ᾽ ἕνα φορεῖο εἶδα τόν πατέρα. Εἶχε τά μάτια ἀνοιχτά. Τό πρόσωπο γελαστό καί εὐχαριστημένο. Μόνο τό στῆθος του ἦταν γεμάτο τρύπες. Στά χέρια του φοροῦσε γάντια καλοκαιρινά χακί, ἀλλά ὅπως ἦταν σκισμένα καί κρεμασμένα, κατάλαβα ὅτι εἶχαν κοπεῖ τά δάχτυλά του. Ἀργότερα, ὅταν εἶδα τά κιάλια του, πού ἦταν κι αὐτά γεμάτα βλήματα, ἀντελήφθηκα πώς ἡ ὀβίδα εἶχε σκάσει τήν ὥρα πού τά σήκωνε, γιά νά παρατηρήσει τίς ἐχθρικές θέσεις. Τό θέαμα γιά μένα ἦταν τραγικό. Μεγαλύτερη συγκίνηση μοῦ προξένησαν οἱ ἑκατοντάδες τραυματίες τοῦ συντάγματός του, πού περνοῦσαν καί τόν ἀσπάζονταν κλαίγοντας. Ἄκουσα μερικούς νά λένε πώς ἦταν αὐστηρός, ἀλλά δίκαιος καί ἀγαποῦσε τούς ἄνδρες του. Πραγματικά, πρόσεχε ξεχωριστά τούς ἄνδρες του, καί γιά νά προστατεύσει τή ζωή τους, εἶχε σκοτωθεῖ ὁ ἴδιος».
Ἤμουν φοιτήτρια, ὅταν ἄκουσα τόν ἀείμνηστο ἐπίσκοπο Φλωρίνης π. Αὐγουστῖνο Καντιώτη νά μιλάει συγκινημένος γιά τόν γενναῖο Καμπάνη:
«Πρίν ἀρχίσει ἡ μάχη γιά τήν κατάληψη τοῦ ὑψώματος 272, ὁ συνταγματάρχης Καμπάνης ἐμψυχώνει τό στράτευμά του, φωνάζοντας ἀποφασιστικά: "Τό ὕψωμα πρέπει ὁπωσδήποτε νά πέσει. Ἐμεῖς ὅμως δέν ξέρω ἄν θά ξανασυναντηθοῦμε. Καλό παράδεισο! Καλή ἀντάμωση στήν αἰωνιότητα!"».
Τό σημερινό χωριό «Καμπάνης», ὅπου ἔπεσε ἡρωικά (21-6-1913) λίγες ὧρες πρίν ἐλευθερωθεῖ ἡ πόλη τοῦ Κιλκίς, ἔχει πάρει πρός τιμή του τό ἐπώνυμό του.
Ὁ βούλγαρος Ἀντιστράτηγος καί Διοικητής τῆς Β´στρατιᾶς Νικόλαος Ἰβάνωφ ἔγραψε γιά τή θρυλική μάχη τοῦ Κιλκίς:
«Ὅλα τά εἶχα προβλέψει, τά εἶχα σκεφθεῖ, ὅλα ἐκτός ἀπό τήν τρέλα τῶν Ἑλλήνων».
Ἑλληνίς
"Ἀπολύτρωσις", Ἰουν.-Ἰουλ. 2018