Δέν εἶναι μία ρητορεία, μία ποιητική ὑπερβολή. Εἶναι ὁ τίτλος μιᾶς συγκλονιστικῆς ἱστορίας, τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου, ὅπως αὐτή διαμορφώθηκε ἀπό τότε πού ὁ Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος καί ὑψώθηκε στό σταυρό, γιά νά σώσει τήν ἀνθρωπότητα. Ὁ Κύριος κατέστησε τήν Παναγία Μητέρα του «γλυκασμόν τῶν ἀγγέλων» μέ τή δύναμη τοῦ σταυροῦ του· κι αὐτός ὁ σταυρός ἔγινε ὁ γλυκασμός τοῦ κόσμου, ἡ ἀκατάλυτη δύναμη πού ἐξουδετερώνει τό φαρμάκι αὐτῆς τῆς ζωῆς.
«Ἄν εἶν᾿ ὁ θάνατος πικρός, εἶν᾿ ἡ ζωή φαράκι», εἶπε ὁ ποιητής. Καί ἀσφαλῶς ὅλοι, μικροί καί μεγάλοι, πλούσιοι καί φτωχοί, πρίν γευθοῦμε τήν πίκρα τοῦ θανάτου, νιώθουμε πολλές φορές νά μᾶς δηλητηριάζει τό φαρμάκι τῆς ζωῆς· αὐτό τό φαρμάκι ἦταν ὁ σταυρός. Μετά τήν ἀλλοτρίωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό καί τήν ἐξορία του ἀπό τή γλυκύτητα τοῦ Παραδείσου, ὁ σταυρός ὑπῆρξε ὅ,τι χειρότερο καί φοβερότερο μποροῦσε νά συλλάβει ἡ ἀνθρώπινη κακία σέ συνεργασία μέ τή σατανική ἐχθρότητα.
Ματωμένος ἀπό τά αἵματα τῶν πιό ἀπαίσιων κακούργων, στιγματισμένος ἀπό τά πιό ἀποτρόπαια ἐγκλήματα, ὁ σταυρός ἔγινε τό σύμβολο τῆς λυσσαλέας κακίας, τῆς μανιώδους ἐκδίκησης ἀλλά καί τῆς ὀδυνηρῆς τυραννίας καί τιμωρίας. Ὅταν ὅμως πάνω σ᾿ αὐτόν ὑψώθηκε ὁ ἀναμάρτητος Υἱός τῆς Παρθένου καί πότισε τά διασταυρωμένα ξύλα μέ τά ἄχραντα αἵματά του, τό φοβερό καί ἀπαίσιο ἰκρίωμα μεταβλήθηκε στό πιό εὐλογημένο, ἱερό καί ἐξαίσιο σύμβολο.
Τό φαρμάκι τῆς ζωῆς δέν εἶναι πλέον ἀκαταμάχητο. Τό ἔχει ἤδη ἐξουδετερώσει ὁ σταυρός τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καθώς μελετοῦμε στήν ἱστορία τῆς Καινῆς Διαθήκης καί ψηλαφοῦμε στίς πάμπολλες προφητεῖες καί προτυπώσεις τῆς Παλαιᾶς. Θά θυμίσω μόνο ἕνα περιστατικό, πού προτυπώνει τή γλυκαντική ἐνέργεια τοῦ σταυροῦ. Ἱστορεῖται στό βιβλίο τῆς Ἐξόδου (15,22-27): Τρεῖς ἡμέρες μετά ἀπό τή διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης, ἐνῶ οἱ Ἰσραηλίτες βρίσκονται στήν καρδιά τῆς μεγάλης ἐρήμου Σούρ καί μάταια λαχταροῦν νά δροσίσουν τά φρυγμένα χείλη τους μέ λίγο νερό, γίνονται μάρτυρες ἑνός θαυμαστοῦ σημείου: Τά πικρά νερά τῆς Μερρᾶ γλυκαίνουν καί ἀνακουφίζουν τόν ταλαιπωρημένο λαό, ὅταν ὁ προφήτης Μωυσῆς βυθίζει μέσα στήν πηγή ἕνα «ξύλον». Τό μυστηριῶδες αὐτό «ξύλον» εἶναι, κατά τούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ τύπος τοῦ σταυροῦ.
Λάμπει καί φεγγοβολᾶ μές στούς αἰῶνες ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ, διότι ὁ Ἐσταυρωμένος «ἠγέρθη», ἀναστήθηκε, «λύσας θανάτου τά δεσμά». Τώρα ὁ σταυρός γίνεται ὁ γλυκασμός τῆς ζωῆς· διαλύει τό φαρμάκι της καί χύνει φῶς στά σκοτισμένα μονοπάτια της. Ἀντανακλᾶ τό φῶς τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ καί φωταγωγεῖ ὡς ἄλλος ἥλιος «ἅπασαν τήν κτίσιν». «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια», θά παιανίσει ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής, καί ὁ παιάνας του θά ἐπιβεβαιωθεῖ ἀπό ὅλους τούς πικραμένους καί πονεμένους τῆς γῆς, πού εὐεργετημένοι ὁμολογοῦν ὅτι «ἰδού, ἦλθε διά τοῦ σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ».
* Ὅπως τό «ξύλον» γλύκανε τά πικρά νερά τῆς Μερρᾶ, ἔτσι ὁ σταυρός ἐξουδετέρωσε τήν πικρία καί τήν τιμωρητική ἐξουσία τοῦ νόμου, τῆς παλαιᾶς διαθήκης. Καθώς ἐνστερνίζονται τό μυστήριο τοῦ σταυροῦ οἱ πρώην ὑπήκοοι τοῦ νόμου, ἀπελευθερώνονται ἀπό τήν καταδυνάστευση τοῦ νόμου, εἰσέρχονται στήν ἀναψυχή τῆς χάριτος καί πίνουν τό γλυκύ νάμα τῆς σωτηρίας, γεύονται τή δωρεά τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ.
* Ἡ πικραμένη ἀπό τήν ἁμαρτία καί τή διαφθορά θάλασσα τῶν ἐθνῶν, μέ τό ξύλο τοῦ σταυροῦ, τήν ἀπολυτρωτική θυσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, γλυκαίνει. Τά εἰδωλολατρικά ἔθνη συμφιλιώνονται μέ τόν Θεό, γίνονται υἱοί του, μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
* Ἡ ἀνθρώπινη κακία, ἐκχύλισμα τῆς ἁμαρτίας, πού σάν πικρότατο ποτό φαρμακώνει τίς καρδιές καί διαποτίζει τό εἶναι μας, ἐξουδετερώνεται ἐπίσης μέ τή θυσία τοῦ Κυρίου. Διά τοῦ σταυροῦ ὁ Χριστός μᾶς συμφιλιώνει μέ τούς ἄλλους. Μᾶς μαθαίνει νά ἀνεχόμαστε, νά ὑπομένουμε, νά συγχωροῦμε, νά μεταποιοῦμε τήν κακία σέ ἀγαθότητα, τό μίσος σέ ἀγάπη. Μᾶς συμφιλιώνει πρωτίστως μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας. Μεταβάλλει τήν κακή ἐπιθυμία σέ ἀγαθή, τήν ὑπερηφάνεια σέ ταπείνωση, τήν ἰδιοτέλεια σέ θυσία, τή φιληδονία σέ ἁγιότητα. Νεκρώνει τήν ἁμαρτία καί τήν καθιστᾶ ἀνενέργητη, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετανοεῖ καί διά τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας ἐμπιστεύεται τό φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν του στή χάρη τοῦ σταυροῦ.
Περίτρανα μαρτυροῦν μές στούς αἰῶνες οἱ λυτρωμένοι τῆς γῆς ὅτι ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ «γλυκασμόν σωτηριώδη τοῖς βροτοῖς ἐναπέσταξεν». Μπολιασμένοι μέ τή φύτρα τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ἀποδέχονται πρόθυμα τόν προσωπικό τους σταυρό: Δέν ἀρνοῦνται τή ζωή, γνωρίζουν ὅμως νά τή θυσιάζουν χάριν τοῦ σταυροῦ. Δέν ἀποφεύγουν τόν κόπο. Δέν φοβοῦνται τή θυσία. Ἐπιζητοῦν τήν ἄσκηση καί ἀποδέχονται τόν πόνο ὡς δῶρο πολύτιμο τοῦ Χριστοῦ, συμμετοχή στόν δικό του σταυρό. Ζοῦν καί κινοῦνται μέσα στόν κόσμο ὡς ἄλλου εἴδους ἄνθρωποι. Ἔτσι διαχέουν στήν κοινωνία τό γλυκασμό τοῦ σταυροῦ κι ἀκόμη γίνονται καί οἱ ἴδιοι γλυκασμός τοῦ κόσμου.
Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 59 (2004) 172-173