Super User

Super User

Σάββατο, 16 Μάρτιος 2024 02:00

Κυρ. Τυρινῆς Ρω 13,11-14,4

Ἄς ξυπνήσουμε!

  «Καί τοῦτο, εἰδότες τόν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γάρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἤ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν. Ἀποθώμεθα οὖν τά ἔργα τοῦ σκότους καί ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός. Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μή κώμοις καί μέθαις, μή κοίταις καί ἀσελγείαις, μή ἔριδι καί ζήλῳ, ἀλλ' ἐνδύσασθε τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καί τῆς σαρκός πρόνοιαν μή ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» (Ρω 13,11-14).


Ὁ ὕπνος τῆς ἁμαρτίας

  Την τελευταία  Κυριακή πρίν μποῦμε στήν περίοδο τῆς ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, περίοδο νηστείας καί ἐντατικοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος, ἡ Ἐκκλησία μᾶς προετοιμάζει σαλπίζοντας μέ τό στόμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἕνα ἐγερτήριο σάλπισμα: «Δεῖτε τόν καιρό», λέει• «εἶναι ὥρα πιά νά σηκωθεῖτε ἀπό τόν ὕπνο!».
  Καθώς φέρνουμε στό νοῦ μας τήν ἠθική ἔκλυση τῆς εἰδωλολατρικῆς κοινωνίας, μέσα στήν ὁποία ζοῦσαν τότε οἱ χριστιανοί καί ἀπό τήν ὁποία εὔκολα ἦταν δυνατόν νά παρασύρονται, δέν εἶναι δύσκολο νά καταλάβουμε ποιόν ὕπνο ἐννοεῖ ὁ ἀπόστολος. Εἶναι ὁ πνευματικός ὕπνος, στόν ὁποῖο βυθίζεται ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν τήν τυλίξει τό σκοτάδι τῶν παθῶν, ὅταν τήν ἀγκαλιάσει ἡ νύχτα τοῦ κόσμου. Εἶναι ἡ κατάσταση τῆς λησμονιᾶς τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἀπομακρύνσεώς μας ἀπό αὐτόν, γεγονός πού ὀφείλεται στήν ἀδιαφορία καί τήν ἀμέλεια. Ἀπό ἕναν τέτοιο ὕπνο καλεῖ κι ἐμᾶς σήμερα ἡ Ἐκκλησία νά σηκωθοῦμε.
  Συνήθιζαν τότε οἱ εἰδωλολάτρες νά διασκεδάζουν ἀχαλίνωτα στίς γιορτές τους καί νά ὀργιάζουν κυρίως κατά τή νύχτα χωρίς ντροπή. Συνηθίζουν καί σήμερα οἱ ἄνθρωποι νά ἀναβιώνουν ἐκεῖνα τά αἰσχρά ἤθη καί νά ἁμαρτάνουν χωρίς περίσκεψη. Στό Ρίο Ἰανέιρο, ὅπου γίνεται τό μεγαλύτερο καρναβάλι τοῦ κόσμου, τέτοιες μέρες διαπράττονται μέσα σέ μιά νύχτα τόσοι βιασμοί καί τόσα ἔκτροπα, ὅσα δέν διαπράτττονται ὅλο τό χρόνο. Ἀλλά καί στήν πατρίδα μας, μέ τό πρόσχημα τῶν λαογραφικῶν ἐκδηλώσεων, πόσα δέν γίνονται! Δυστυχῶς οἱ χριστιανοί ὑπνώττουμε καί ὑπνώττουμε θανάσιμα. Γι᾽ αὐτό ἐπίκαιρα ἀκούγεται καί γιά μᾶς τό σάλπισμα τοῦ ἀποστόλου. Ξυπνῆστε! Τινάξτε ἀπό πάνω σας κάθε ἴχνος πνευματικῆς ναρκώσεως, ἀνανεῶστε τή μετάνοιά σας, συναισθανθεῖτε τήν εὐθύνη σας, συσφίξτε τίς σχέσεις σας μέ τόν Θεό!
  Κάποτε πιστέψαμε καί μετανοήσαμε, κάποτε βαπτιστήκαμε στό ὄνομα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἀλλά κρατοῦμε ἄραγε τήν πρώτη μας πίστη, τιμοῦμε ἄραγε τό ἅγιο ὄνομά μας; Ἀπό τή μιά ἡ ἁμαρτία μέ τά πάθη τῆς σάρκας, ἀπό τήν ἄλλη ἡ συνήθεια, πού γίνεται ὁ τάφος τοῦ θαυμασμοῦ γιά τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, μᾶς ἔκλεισαν τά μάτια σέ ὕπνο βαρύ. Ὁ Κύριος ἔγινε κάτι ξένο γιά μᾶς, δέν μᾶς ἀγγίζει ἡ παρουσία του, δέν ζοῦμε μέ τήν ἀναμονή του.


Ὁ Κύριος ἔρχεται

 11 Κι ὅμως «τώρα ὁ ἔρχομός του εἶναι πιό κοντά μας ἀπό ὅ,τι ὅταν πιστέψαμε», λέει ὁ ἀπόστολος. Κάθε στιγμή πού περνάει συντομεύει ὅλο καί περισσότερο τό χρόνο μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία του. Κι ἄν στή ζωή μας δέν ἔλθει ἡ συντέλεια, τό τέλος ὅμως θά ἔλθει μέ τό θάνατο. Ἔτσι ὁ Παῦλος, πού περίμενε τόν Κύριο στίς μέρες του καί δέν ἦλθε, δέν μποροῦμε νά ποῦμε πώς ἔκανε λάθος. Αὐτός, σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεση τοῦ Ἰησοῦ ὅτι θά ξαναέλθει ὁπωσδήποτε, ἀλλά ἄγνωστο πότε, ἔπρεπε νά τόν περιμένει τήν κάθε στιγμή. Ἡ ἔννοια τοῦ βεβαίου καί τοῦ ἀγνώστου συνεπάγεται τήν ἔννοια τοῦ ἐπικειμένου. Ἐν τούτοις ὁ Κύριος ἦλθε, πράγματι, στίς μέρες τοῦ Παύλου μέ τό θάνατο· διότι ὁ θάνατος ἔχει ἐκμηδενίσει πλέον γιά τόν ἀπόστολο τό διάστημα μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία, ἀφοῦ καμιά οὐσιαστική ἀλλαγή δέν μεσολαβεῖ, ἀφοῦ καμιά ἔννοια ἀνθρωπίνου χρόνου δέν ὑπάρχει.
  Εἶναι, λοιπόν, κοντά ἡ σωτηρία. Ὁ Κύριος ἔρχεται σέ μᾶς μέ τήν Παρουσία του κι ἐμεῖς πᾶμε σ᾽ αὐτόν μέ τό θάνατο. Σωτηρία δέ λέγεται ἡ συνάντησή μας μαζί του, πού θά σημάνει τή λύτρωσή μας ἀπό τά ποικίλα δεινά αὐτῆς τῆς ζωῆς.


Ἡ νύχτα τοῦ κόσμου καί ἡ ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας

  Μέ νύχτα παρομοιάζεται ὁ χρόνος τῶν ἐπιγείων ἡμερῶν μας. Νύχτα, γιά τό σκοτάδι τῆς ἀγνοίας πού κρύβει τήν ἀλήθεια· νύχτα, γιά τό κρύο καί τήν παγωνιά τῆς δυστυχίας πού μᾶς δέρνει. Νύχτα, διότι ἡ δικαιοσύνη βαδίζει στά τυφλά· νύχτα, διότι ἡ ἁμαρτία ρίχνει παντοῦ τή σκιά της.
Ἀλλά «ἡ νύχτα πῆρε δρόμο καί ἡ μέρα ζύγωσε», λέει ὁ ἀπόστολος. Αὐτή ἡ ζωή τελειώνει καί στόν ὁρίζοντα γλυκοχαράζει ἡ αἰωνιότητα. Ἔρχεται ἡ ἡμέρα, ὅπου ὅλα θά ἀποκαλυφθοῦν, τά βιβλία θά ἀνοιχτοῦν καί καθένας θά κριθεῖ κατά τά ἔργα του· ἡ ἡμέρα, κατά τήν ὁποία θά ἀντικρύσουμε πρόσωπο μέ πρόσωπο τόν Κύριο καί θά ἀπολαύσουμε τήν ἀτέλειωτη καί ὁλοκληρωμένη ζωή του. Ὁ θεόπνευστος συγγραφέας βρῆκε, πράγματι, μιά πολύ δυνατή εἰκόνα, γιά νά ζωγραφίσει μπρός στά μάτια μας ἐκείνη τήν ἡμέρα.
  Ὁ ἐρχομός τοῦ Χριστοῦ παραβάλλεται μέ τήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου, πού ἔρχεται νά διαλύσει τίς σκιές καί νά γεμίσει φῶς τήν πλάση.
Καί νά, πού ἡ ἀνατολή αὐτή ἤδη αὐγάζει! Ἀπό τήν ὥρα πού ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί ἐπισκέφθηκε τή γῆ μας, ἀπό τήν ὥρα πού τό Πνεῦμα τό ἅγιο ἵδρυσε στήν ἀνθρωπότητα τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ αἰωνιότητα συμπλέκεται μέ τή ζωή τῶν πιστῶν. Γιά τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί ἡ χάρη τῶν μυστηρίων, ἡ διδασκαλία καί ἡ θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γίνονται οἱ οὐράνιοι φωταγωγοί πού ἀφήνουν νά περνοῦν σ᾽ αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο οἱ ἀκτῖνες τῆς αἰωνίου ζωῆς.


Μετάνοια καί πίστη

  Ὅταν ἕνα τέτοιο φῶς φωτίζει καί ζεσταίνει τούς χριστιανούς, ὅταν μιά τέτοια προοπτική ἁπλώνεται μπροστά τους, πῶς μποροῦν αὐτοί νά κοιμοῦνται; Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς ξυπνᾶ καί μᾶς λέει νά ἑτοιμασθοῦμε. Εἶναι καιρός γιά δουλειά· πρέπει νά κατεργασθοῦμε τόν ἁγιασμό μας. Εἶναι καιρός γιά μάχη· πρέπει νά πολεμήσουμε τούς πειρασμούς. Ὅπως ἐκεῖνος πού μέ τό πρῶτο φῶς τῆς μέρας πετάγεται ἀπό τό κρεββάτι του, βγάζει τά ροῦχα τῆς νύχτας καί ντύνεται τά ροῦχα τῆς δουλειᾶς, ἔτσι καί ὁ χριστιανός πρέπει νά πετά ἀπό πάνω του κάθε ἀπρέπεια καί νά ντύνεται μέ ἁγνότητα, ὥστε ὁ Κύριος νά τόν βρεῖ εὐπρεπῆ, ὅταν ἔλθει.
  Μέ τόν παραστατικό αὐτό τρόπο  δέν κηρύττει τίποτε ἄλλο παρά τή μετάνοια, μέ τήν ὁποία ἀπαλλασσόμαστε ἀπό τόν παλιό ἑαυτό μας καί τίς ἀδυναμίες του καί τήν πίστη, μέ τήν ὁποία κτίζουμε μέσα μας τόν καινούργιο ἄνθρωπο κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. «Ξεφορτωθεῖτε, λοιπόν, τά ἔργα τοῦ σκότους», παραγγέλλει, «καί ντυθεῖτε τά ὅπλα τοῦ φωτός».


Τά ἔργα τοῦ σκότους

  Εἶχε ὑπ' ὄψιν του ὁ Παῦλος τούς εἰδωλολάτρες τῆς ἐποχῆς του, πού φρονοῦσαν ὅτι τό σκοτάδι τῆς νύχτας ἐπέτρεπε κάθε ἀσχημία καί ἀσυδοσία πού ἀπαγόρευε τό φῶς τῆς ἡμέρας. Ἔτσι, μόλις σκοτείνιαζε, ξεχύνονταν στούς δρόμους καί σχημάτιζαν «κώμους», πομπές δηλαδή, πού συμποσίαζαν, χόρευαν καί τραγουδούσαν ἄσεμνα· ἐπιδίδονταν σέ μεθύσια καί καταντοῦσαν σέ πορνεῖες, βιασμούς, ἄλλες φοβερές ἀνηθικότητες. Κι ὅλα αὐτά μέ τήν ἐλευθερία πού τούς ἔδινε τό σκοτάδι.
Γιά τούς χριστιανούς ὅμως δέν εἶναι ἔτσι. Τό εὐαγγέλιο ἐξισώνει ἀπό ἠθικῆς ἀπόψεως ὅλες τίς ὧρες τοῦ ἡμερονυχτίου, καί ἡ νύχτα ἀπαιτεῖ τήν ἴδια σωφροσύνη, ὅπως ἡ ἡμέρα. Γι᾽ αὐτό ὁ ἀπόστολος ζητᾶ νά εἴμαστε κόσμιοι, εἴτε εἶναι ἡμέρα εἴτε εἶναι νύχτα, ὅπως φροντίζουμε νά εἴμαστε πάντοτε μπροστά στά μάτια τῶν ἀνθρώπων. Ὀνομάζει δέ τίς ἀσχημίες τῶν εἰδωλολατρῶν «ἔργα τοῦ σκότους». «Ὅπως περπατᾶμε μέσα στό φῶς τῆς ἡμέρας μέ εὐπρέπεια, ἔτσι νά ζοῦμε, ὄχι μέ πομπές καί μεθύσια, ὄχι μέ ἁμαρτωλές συνουσίες καί  ἀκατονόμαστες ἀσέλγειες, ὄχι μέ καυγάδες καί ζήλειες». Προσθέτει στό τέλος τῆς αἰσχρῆς ἁλυσίδας καί τίς αἰτίες καί τά κέντρα τῶν ἄλλων παθῶν, ὅπως εἶναι ἡ φιλονικία καί ἡ ζήλεια.


Τά ὅπλα τοῦ φωτός

  Ἀλλά δέν σταματά ἐδῶ, δέν γυμνώνει ἁπλῶς τόν ἄνθρωπο· τόν ντύνει καί τόν στολίζει μέ τά «ὅπλα τοῦ φωτός». «Μή φοβηθεῖς», λέει ὁ Χρυσόστομος, «ὅταν ἀκούσεις τή λέξη ὅπλα. Γιά τήν ὁρατή πανοπλία εἶναι βέβαια βαρύ καί δέν τό εὐχόμαστε νά ὁπλιζόμαστε, ἐδῶ ὅμως εἶναι ποθεινό καί ἀξίζει νά τό εὐχηθοῦμε· διότι τά ὅπλα εἶναι τοῦ φωτός· γι᾽ αὐτό καί σέ ἐμφανίζουν λαμπρότερο ἀπ᾽ τήν ἀκτῖνα, σκορπᾶς πλούσια λάμψη. Ἀκόμη σέ καθιστοῦν ἀσφαλῆ -καθότι ὅπλα- καί σέ κάνουν νά λάμπεις –καθότι ὅπλα τοῦ φωτός. Τί λοιπόν; Δέν εἶναι ἀνάγκη νά πολεμήσουμε; Ἀνάγκη νά πολεμήσουμε εἶναι, ὄχι ὅμως καί νά ταλαιπωρηθοῦμε καί νά κοπιάσουμε· ἀφοῦ οὔτε γιά πόλεμο πρόκειται, ἀλλά γιά σεμνή καί χαρούμενη συγκέντρωση. Τέτοια εἶναι ἡ φύση τῶν ὅπλων, τέτοια εἶναι ἡ δύναμη τοῦ στρατηγοῦ. Ὅπως βγαίνει ὁ νυμφίος στολισμένος ἀπό τό νυφικό δωμάτιο, ἔτσι κι ἐκεῖνος πού εἶναι ἁρματωμένος μ᾽ αὐτά τά ὅπλα· καθ᾽ ὅσον εἶναι συγχρόνως καί στρατιώτης καί νυμφίος».


Ντυθεῖτε τόν Χριστό

  Θά περίμενε κανείς νά ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάποια σειρά ἀπό ἀρετές -σέ ἀντίθεση μέ τίς προηγούμενες κακίες- πού θά ἀποτελοῦσαν τό φόρεμα τοῦ χριστιανοῦ. Ἀντί γι᾽ αὐτό ὅμως ὁ ἀπόστολος μᾶς δίνει γιά ἔνδυμα, σ᾽ ἐκείνη τήν ἐπίσημη μέρα τῆς συναντήσεώς μας μέ τόν Κύριο, τόν ἴδιο τόν Χριστό. «Ἀλλ᾽ ἐνδύσασθε τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν», λέει. Διότι πράγματι, αὐτός πού ἔχει τόν Κύριο, ἔχει ὅλες τίς ἀρετές. Ὁ Χριστός, λοιπόν, εἶναι ὁ Νυμφίος μας, ὁ Χριστός εἶναι καί τό νυφικό μας!
  «Καί νά, τί σημαίνει ντυθεῖτε», ἑρμηνεύει καί πάλι ὁ Χρυσόστομος. «Νά μή μᾶς λείψει ποτέ, νά φαίνεται στό κάθε τι πάνω μας μέ τήν ἁγιωσύνη μας, μέ τήν καλωσύνη. Τό ἴδιο λέμε καί γιά τούς φίλους· ὁ τάδε ντύθηκε τόν τάδε, ἐννοώντας τήν πολλή ἀγάπη καί τήν ἀδιάλειπτη συναναστροφή, ἀφοῦ αὐτός πού ντύθηκε ἐμφανίζει ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἔχει ντυθεῖ. Ἄς φαίνεται, λοιπόν, στό κάθε τι πάνω μας ὁ Χριστός». Καί ὁ Μέγας Βασίλειος λέει ὅτι μ᾽ αὐτόν τόν τρόπο ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ «περισκεπάζει», ντύνει καί προστατεύει, τόν νοῦ μας. Ἔτσι ὁ Χριστός εἶναι ἕνα ἔνδυμα πού σκεπάζει τή γυμνότητά μας, στολίζει τήν ψυχή μας καί μᾶς ὁπλίζει ἔναντι τῶν ἐχθρῶν.
  Ντύνομαι ἕνα πρόσωπο σημαίνει ὅτι τό πρόσωπο αὐτό γίνεται ὁ ἄξονας, γύρω ἀπό τόν ὁποῖο στρέφεται ὁ κόσμος τῆς σκέψεως, τῆς βουλήσεως καί τοῦ συναισθήματός μου. Νά ντυθῶ τόν Χριστό, λοιπόν, σημαίνει νά ἀποκτήσω τά δικά του σπλάγχνα, τή δική του καρδιά, τή δική του νοοτροπία,τή δική του θέληση, τή δική του ζωή. Ἡ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί ἡ μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατέρα εἶναι σέ θέση νά κάνουν πραγματικότητα αὐτή τή μοναδική δωρεά τοῦ οὐρανοῦ στή χωματένια μας ὕπαρξη. Χρειάζεται ὅμως κι ἐμεῖς νά διαφυλάξουμε αὐτή τή δωρεά καί νά μήν ἐρεθίζουμε τή σάρκα μας, προκαλώντας της ἄνομες ἐπιθυμίες, πού λυποῦν τό Πνεῦμα τό ἅγιο καί διώχνουν τόν Θεό ἀπό τή ζωή μας. «Ντυθεῖτε τόν Χριστό», λέει ὁ Παῦλος, «καί μήν κανακεύετε τή σάρκα σας, ὥστε νά ἐπιθυμεῖ τήν ἁμαρτία».


Κάλεσμα στή ζωή

  Τρεῖς αἰῶνες ἀφ᾽ ὅτου εἶχε γραφεῖ αὐτή ἡ ἐπιστολή, τό κομμάτι πού εἴδαμε ἔπεσε στά χέρια ἑνός μεγάλου ἁμαρτωλοῦ, τοῦ Αὐγουστίνου. Τό ἐγερτήριο σάλπισμα τοῦ ἀποστόλου ἤχησε συγκλονιστικά μέσα στήν καρδιά του καί στάθηκε ἱκανό νά τόν ξυπνήσει ἀπό τόν πνευματικό λήθαργο, στόν ὁποῖο εἶχε πέσει. Πέταξε μακριά του τά σκοτεινά ἔργα, καθάρισε τόν ἑαυτό του καί ντύθηκε τόσο λαμπρά, ὥστε ἀναδείχθηκε ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας.
Δέν εἶναι καιρός νά κάνουμε κι ἐμεῖς τό ἴδιο; Ἀρκετά κοιμηθήκαμε μακριά ἀπ᾽ τόν Χριστό, ἀρκετά καταχρασθήκαμε τό χρόνο τῆς ζωῆς μας. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ καί μᾶς περιμένει νά δώσει ζωή καί νόημα στή ζωή μας, νά πλύνει τίς ψυχές μας μέ τό αἷμα τοῦ Ἀρνίου, πού σέ λίγο θά ἀρχίσει νά ἀνεβαίνει τό Γολγοθᾶ του, νά μᾶς στολίσει καί νά μᾶς ντύσει μέ τόν ἴδιο τόν Χριστό, νά μᾶς ἀσφαλίσει μέ τά φωτεινά της ὅπλα. Κάθε Κυριακή στρώνει πλούσιο τό τραπέζι της καί μᾶς προσφέρει νά χορτάσουμε χαρά, ἀλήθεια καί Θεό.
Ποιός λογικός ἄνθρωπος θά ἀντάλλαζε ποτέ αὐτήν τήν εὐωχία μέ τά ἀποκριάτικα γλέντια τοῦ κόσμου;


Στέργιος Ν. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 45 (1990) 17-20

Πέμπτη, 09 Ιανουάριος 2025 03:00

Μετά τά Φῶτα Ἐφ 4,7-13

Τά χαρίσματα καί ἡ ἀδιάσπαστη ἑνότητα τῆς ᾿Εκκλησίας

 

Hagiasophia christ ῾Η ἀρχαία ῎Εφεσος, χτισμένη στά μικρασιατικά παράλια τοῦ Αἰγαίου, ἦταν σπουδαῖο ἐμπορικό, συγκοινωνιακό καί πολιτιστικό κέντρο. Προσείλκυε ἀνθρώπους ἀπό ὅλη τή ρωμαϊκή ἐπικράτεια μέ ποικίλες πολιτιστικές καί θρησκευτικές παραδόσεις. ῾Ο ἀπ. Παῦλος τήν ἐπισκέφθηκε κατά τήν γ´ περιοδεία του καί ἔμεινε ἐκεῖ τρία χρόνια. ῞Ιδρυσε ἐκκλησία τήν ὁποία κατέστησε κέντρο καί ὁρμητήριό του γιά τήν ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελίου καί στίς ἄλλες μικρασιατικές πόλεις (Κολοσσές, Σμύρνη, Μαγνησία, Λαοδίκεια κτλ).

 ῾Η πρός ᾿Εφεσίους ᾿Επιστολή ἀνήκει στίς ἐπιστολές τῆς αἰχμαλωσίας, τίς ὁποῖες ἔγραψε ὁ Παῦλος κατά τήν πρώτη φυλάκισή του στή Ρώμη, τό 62-64 μ.Χ. Εἶναι ἐγκύκλιος, ἀπευθύνεται δηλαδή ὄχι μόνο στήν ἐκκλησία τῆς ᾿Εφέσου ἀλλά καί στίς ἄλλες ἐκκλησίες τῆς ᾿Ασίας. ῾Ο σκοπός της εἶναι νά στερεώσει τούς χριστιανούς τῆς ᾿Εφέσου στήν ὀρθή πίστη καί νά τούς προφυλάξει ἀπό τήν αἵρεση τοῦ νικολαϊτισμοῦ, πού ξέσπασε στίς Κολοσσές καί ἀπειλοῦσε ὅλες τίς ἐκκλησίες τῆς ᾿Ασίας (βλ. Μάθ. 6ο).

  Γενικό θέμα τῆς ᾿Επιστολῆς εἶναι ἡ ἑνότητα καί ἡ εἰρήνη τῆς ᾿Εκκλησίας. Στήν ᾿Εκκλησία, ὅπως δείχνει καί τό ὄνομά της (ἐκ + καλῶ = συγκεντρώνω σ᾿ ἕνα μέρος), ὅλα ἑνώνονται καί γίνονται ἕνα. ῞Ενα σῶμα, ἕνα πνεῦμα, μία ἐλπίδα, ἕνας Κύριος, μία πίστη, ἕνα βάπτισμα, ἕνας Θεός καί πατέρας ὅλων μας (᾿Εφ 4,4-6). ῾Ωστόσο ἀπό τά πρῶτα χρόνια ἐμφανίστηκε ἕνας κίνδυνος πού ἀπειλοῦσε τήν ἑνότητα τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Η κακή χρήση τῶν ποικίλων χαρισμάτων πού ἔδινε τό ἅγιο Πνεῦμα στούς πιστούς ἔγινε ἀφορμή νά ταραχθεῖ καί μερικές φορές νά διασπασθεῖ ἡ ᾿Εκκλησία. Στήν ἐκκλησία τῆς Ρώμης ὁ ἀπ. Παῦλος ἀντιμετωπίζει τό ἴδιο πρόβλημα προληπτικά (Ρω 12), ἐνῶ στήν Κόρινθο προσπαθεῖ νά τό θεραπεύσει (Α´ Κο 12).

  Στήν πρός ᾿Εφεσίους, στήν περικοπή πού ἀποτελεῖ τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς μετά τά Φῶτα, ὁ ἀπόστολος ὑπογραμμίζει ὅτι ἡ ἑνότητα τῶν χριστιανῶν δέν εἶναι μία ἐπιφανειακή ὁμοιομορφία, ἀλλά μία οὐσιαστική κατάσταση. Τήν ἐξασφαλίζει γιά τήν ᾿Εκκλησία τό Πνεῦμα τό ἅγιο καί οἱ χριστιανοί ἀγωνίζονται νά τήν διατηρήσουν. ῾Ο Χριστός εἶναι ἡ πηγή τῆς χάριτος καί ὁ σοφός διανομέας τῶν χαρισμάτων σέ ὅλα τά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας. Τά διάφορα χαρίσματα καί ἀξιώματα συντελοῦν στήν πνευματική ἑνότητα τῶν πιστῶν, στόν καταρτισμό καί στήν τελειότητά τους, ὅπως ἡ ποικιλία τῶν μελῶν τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος συντελεῖ στήν καλή λειτουργία καί στήν ἁρμονία του.

α) ῾Ο Χριστός διανέμει τά χαρίσματα (4,7-10)

4,7. ῾Ενί δέ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατά τό μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ.

 ᾿Από τό σύνολο, τήν ᾿Εκκλησία, ὁ ἀπόστολος περνᾶ στά πρόσωπα πού τήν ἀποτελοῦν· ἑνί δέ ἑκάστῳ. Στόν κάθε πιστό ἐδόθη ἡ χάρις. ῾Η λέξη χάρις μέσα στήν Κ.Δ. ἔχει πολύ πλούσιο περιεχόμενο. ᾿Εδῶ σημαίνει τά χαρίσματα, τά ὁποῖα οἱ πατέρες διακρίνουν σέ α) γενικά· πίστη, ἐλπίδα, ἀγάπη, υἱοθεσία, μυστήρια τῆς ᾿Εκκλησίας, β) εἰδικά· τάλαντα μέ τά ὁποῖα ὁ Θεός ἔχει προικίσει τόν κάθε πιστό, γ) ἔκτακτα· χαρισματικές ἐνέργειες καί δυνάμεις, μέ τίς ὁποῖες οἱ πιστοί σέ ἔκτακτες περιπτώσεις ἐπιτελοῦν σημεῖα. Τά πρῶτα τά ἔχει δώσει ὁ Θεός σέ ὅλα τά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀνεξάρτητα ἀπό τά προσωπικά τους χαρίσματα, διότι ἀπό αὐτά ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία τους. Τά εἰδικά καί τά ἔκτακτα χαρίσματα ποικίλλουν.

  Κατά τό μέτρο τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. Μέτρο σημαίνει τό ὄργανο μέ τό ὁποῖο μετρᾶμε κάτι. Τά χαρίσματα εἶναι δῶρα πού δέν δόθηκαν τυχαῖα στόν κάθε πιστό. ῾Ο Χριστός γιά νά τά μοιράσει στούς δικούς του χρησιμοποιεῖ μέτρο καί ὡς πρός τό εἶδος τοῦ χαρίσματος καί ὡς πρός τήν ποσότητα. Μέτρησε, ὑπολόγισε καί ἔδωσε δωρεάν τό κάθε χάρισμα, ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν του καί τήν ὠφέλεια τοῦ προσώπου καί τήν οἰκοδομή τῆς ᾿Εκκλησίας. Τό μέτρο τοῦ Χριστοῦ, τό κριτήριο γιά τή διανομή τῶν χαρισμάτων, εἶναι τό μόνο δίκαιο καί τέλειο μέτρο, διότι ρυθμίζεται ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τό σχέδιό του γιά τόν ἁγιασμό καί τή σωτηρία τῶν πιστῶν. ῎Αρα ἡ ποικιλία τῶν χαρισμάτων θά ἔπρεπε νά εἶναι αἰτία ἑνότητος καί ὄχι διαίρεσης.

 Εἶναι προσβολή τοῦ ἁγίου Πνεύματος νά χρησιμοποιεῖ κανείς τά χαρίσματά του γιά νά καταφρονεῖ αὐτούς πού ἔχουν μικρότερα. Προσβάλλει ἐπίσης τόν Παράκλητο καί ὁ χριστιανός πού αἰσθάνεται ἡττοπάθεια ἤ κατωτερότητα, διότι δέν ἔχει ἐντυπωσιακά χαρίσματα. ᾿Αντιθέτως κάθε πιστός ὀφείλει νά εὐχαριστεῖ τόν Χριστό γιά τά προσωπικά του χαρίσματα χωρίς νά ὑπερηφανεύεται, ἀλλά καί νά θεωρεῖ δικά του τά χαρίσματα τῶν ἄλλων καί νά τά χαίρεται. Τά χαρίσματα καί οἱ διάφορες διακονίες μπορεῖ νά φαίνονται ἄνισα, ἀλλά δέν εἶναι δοσμένα ἄδικα. Δόθηκαν στήν ᾿Εκκλησία ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό γιά νά συσφίγγουν τήν ἑνότητά της.

 ᾿Ενῶ ὁ ἀπ. Παῦλος τονίζει τόσο πολύ τήν ἑνότητα τῆς ᾿Εκκλησίας, δέν παραβλέπει οὔτε καταδυναστεύει τό ἄτομο. Τό χάρισμα συντελεῖ στή διάσπαση τοῦ ἀτόμου, ὥστε τό κάθε ἄτομο νά γίνει πρόσωπο. Καί ἐνῶ στό ἄτομο κυριαρχεῖ τό «ἐγώ», στό πρόσωπο ὑπάρχει ὁ Χριστός πού δεσπόζει καί κυριαρχεῖ μέσα του. Στήν ᾿Εκκλησία μέ τήν πίστη καί τήν ὑπακοή μας στόν Χριστό καί μέ τά χαρίσματά του ἡ προσωπικότητά μας ὑφίσταται θεία ἀλλοίωση. ῎Ετσι, μέ τή συνεχῆ ἀνακαίνιση καί τήν αὔξηση γινόμαστε καινούργιοι ἄνθρωποι.

 ῾Ο ἅγιος Συμεών λέγει ὅτι ὅλοι πήραμε χαρίσματα. ᾿Από μᾶς ἐξαρτᾶται νά τά ἀξιοποιήσουμε ὥστε νά τά μετατρέψουμε σέ ἀρετές· ὅποιος ἔχει τό χάρισμα τοῦ πλούτου νά ἀποκτήσει τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης, ὅποιος ἔχει τήν ἱκανότητα νά διοικεῖ νά γίνει ἐπιεικής, ὁ ἐπιστήμων ταπεινός, ὁ ὑγιής προσεκτικός. Αὐτό προϋποθέτει ἕναν ἰσόβιο προσωπικό ἀγώνα.

4,8. Διό λέγει· ἀναβάς εἰς ὕψος ᾐχμαλώτευσεν αἰχμαλωσίαν καί ἔδωκε δόματα τοῖς ἀνθρώποις.

  Τό νόημα τοῦ στίχου μας τό βρίσκουμε στόν Ψαλμό 67,19· «᾿Ανέβης εἰς ὕψος, ᾐχμαλώτευσας αἰχμαλωσίαν, ἔλαβες δόματα ἐν ἀνθρώποις, καί γάρ ἀπειθοῦντας τοῦ κατασκηνῶσαι». ῾Ο Ψαλμωδός ἀναφέρεται στόν Γιαχβέ Θεό Πατέρα, ἐνῶ ὁ ἀπ. Παῦλος τό χρησιμοποιεῖ γιά τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, διότι εἶναι καί αὐτός Θεός ἴσος μέ τόν Πατέρα (βλ. ᾿Ιω 3,13). ῾Ο Παῦλος παραθέτει τή μαρτυρία τῆς Π.Δ., γιά νά δείξει ὅτι ἡ δωρεά τῶν χαρισμάτων εἶναι τόσο σημαντικό γεγονός στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ὥστε προφητεύτηκε. Καθώς ζῆ πλέον τήν προφητεία ὡς πραγματικότητα ὁ ἀπόστολος ἑρμηνεύει τό χωρίο. ᾿Αντί τοῦ ψαλμικοῦ «ἔλαβες δόματα» γράφει ἔδωκε δόματα, διότι ὁ Χριστός ἔλαβε καί ἔδωσε στούς ἀνθρώπους τά πλούσια δῶρα του.

  ᾿Αφοῦ ὁ Χριστός ἀνέβηκε εἰς ὕψος, δηλαδή ἀναλήφθηκε στούς οὐρανούς καί ἐκάθισε στά δεξιά τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, ἐξαπέστειλε τό ἅγιο Πνεῦμα καί προίκισε τούς ἀνθρώπους μέ τά διάφορα χαρίσματα (βλ. Πρξ 2,33).

  Στά χρόνια ἐκεῖνα, ὅταν ἕνας βασιλιάς ἤ στρατηγός νικοῦσε τόν ἀντίπαλο στόν πόλεμο, τά λάφυρα πού ἔπαιρνε τά μοίραζε στούς ὑπηκόους του. ῎Ετσι ὁ Χριστός νίκησε καί σύντριψε τό σατανᾶ (Μθ 12, 29-30), καί τόν λαφυραγώγησε, τοῦ πῆρε τήν αἰχμαλωσίαν, τούς σκλάβους πού κρατοῦσε στήν ἐξουσία του. Σ᾿ αὐτούς τούς πρώην αἰχμαλώτους τοῦ σατανᾶ ὁ Χριστός χάρισε τήν ἐλευθερία καί τούς κατάστησε δικούς του ὑπηκόους, μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας του. Εὐλογεῖ τή ζωή τους ἐδῶ στή γῆ καί θά τούς πάρει μαζί του στήν ἐπουράνια βασιλεία του γιά νά χαίρονται αἰώνια τόν παράδεισό του.

4,9. Τό δέ ἀνέβη τί ἐστιν εἰ μή ὅτι καί κατέβη πρῶτον εἰς τά κατώτερα μέρη τῆς γῆς;

 ῾Η Γραφή λέγει γιά τόν Χριστό ἀνέβη· αὐτό σημαίνει ὅτι κατέβη πρῶτον εἰς τά κατώτερα μέρη τῆς γῆς. ᾿Εφόσον ὑπάρχει ἄνοδος ἔχει προηγηθεῖ κάθοδος.

 Πολλοί νομίζουν ὅτι τά κατώτερα μέρη τῆς γῆς εἶναι ὁ ἅδης. ᾿Αλλά, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ἐδῶ δέν συγκρίνεται ἡ γῆ (κάτω) μέ τόν ἅδη, γιά νά ποῦμε ὅτι ὁ ἅδης εἶναι κάτω ἀπό τή γῆ (κατώτερα μέρη), ἀλλά συγκρίνεται ἡ γῆ (κατώτερα) μέ τόν οὐρανό (ἀνώτερα), ὅπως θά δοῦμε στόν ἑπόμενο στίχο.

 ῾Ο Χριστός κατέβηκε στή γῆ μέ τήν ἐνανθρώπησή του. ῎Εδωσε τή μάχη κατά τοῦ διαβόλου στό σταυρό. Μετά τή νίκη του, τήν ᾿Ανάσταση, ἀνέβηκε «εἰς ὕψος» μέ τήν ᾿Ανάληψη, καί μέ τήν Πεντηκοστή χάρισε τά δῶρα του στούς ἀνθρώπους. ῾Η κατάβαση πού ἔγινε μέ τήν ἐνανθρώπηση, λένε οἱ πατέρες, δέν εἶναι τοπική μετάβαση, ἀλλά δείχνει τήν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ καί τήν ταπείνωσή του. Χωρίς νά παύσει νά βρίσκεται στούς οὐρανούς μαζί μέ τόν Πατέρα, ὁ Υἱός «ἐπί τῆς γῆς ὤφθη καί τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη» (Βρ 3,38· βλ. Α´ Τι 3,16).

4,10. ῾Ο καταβάς αὐτός ἐστι καί ὁ ἀναβάς ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν, ἵνα πληρώσῃ τά πάντα.

 ῾Ο Χριστός ὁ ὁποῖος κατέβηκε, αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού ἀνέβηκε ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν. Αὐτή ἡ ἔκφραση δέν σημαίνει ὅτι ὁ ἀπόστολος πίστευε ὅτι ὑπῆρχαν πολλοί οὐρανοί. Εἶναι μία ὑπερβολική ἔκφραση πού δηλώνει ὅτι ὁ Χριστός ἀνέβηκε πάνω ἀπ᾿ ὅλα καί δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο ψηλότερα ἀπ᾿ αὐτόν.

 ῞Ινα πληρώσῃ τά πάντα· ῾Η βασιλεία τοῦ Χριστοῦ δέν περιορίζεται μόνο στή γῆ, ἀλλά ἐπεκτείνεται καί στόν οὐρανό. Μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι καί οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά καί οἱ ἄγγελοι. «Πάντα δέ, τά τε ἐπί τῆς γῆς καί τά ὑπό τήν γῆν καί τά ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν. ῞Ινα πληρώσῃ πάντα τῆς ἐνεργείας καί τῆς δεσποτείας αὐτοῦ», τονίζει ὁ Ζιγαβηνός. ῾Ο Χριστός ὡς Θεός καί πρίν ἐνανθρωπήσει ἦταν πανταχοῦ παρών· ἀλλά καί μετά τήν ἐνανθρώπησή του, ἐνῶ βρίσκεται στή γῆ, εἶναι καί στόν οὐρανό. Τό ἵνα πληρώσῃ τά πάντα σημαίνει τή νίκη τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μέ τήν ᾿Εκκλησία του κυριαρχεῖ στά σύμπαντα, ὅπως εἶπε στούς μαθητές του· «ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Μθ 28,18).

β) Σκοπός τῶν ἀξιωμάτων ἡ οἰκοδομή τῆς ᾿Εκκλησίας (4,11-12)

4,11. Καί αὐτός ἔδωκε τούς μέν ἀποστόλους, τούς δέ προφήτας, τούς δέ εὐαγγελιστάς, τούς δέ ποιμένας καί διδασκάλους.

 Καί αὐτός ἔδωκε· ᾿Εδῶ ὁ ἀπόστολος λέει ὅτι ἔδωσε ὁ Υἱός, σέ ἄλλα χωρία ἀναφέρεται ὁ Πατέρας ὡς δοτήρας τῶν ἀγαθῶν (βλ. Α´ Κο 12,28) καί ἀλλοῦ τό ἅγιο Πνεῦμα (Πρξ 20,28). «Κοινό εἶναι καί αὐτό τό ἔργο τῆς ἁγίας Τριάδος», παρατηρεῖ ὁ Ζιγαβηνός. ῞Οπως ὁ Θεός ἔδωσε τόν Χριστό στήν ᾿Εκκλησία γιά νά εἶναι ἡ κεφαλή της (βλ. ᾿Εφ 1,22), ἔτσι ὁ Χριστός ἔχει δώσει τούς διακόνους γιά νά ὑπηρετοῦν τήν ᾿Εκκλησία σέ ποικίλες ὑπηρεσίες.

 ᾿Απόστολοι· Εἶναι αὐτοί τούς ὁποίους ἀπέστειλε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός γιά νά κηρύξουν τό εὐαγγέλιό του. Οἱ αὐτόπτες καί αὐτήκοοι μάρτυρες τῆς ζωῆς καί τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου, τοῦ θανάτου καί τῆς ᾿Αναστάσεώς του. Τέτοιοι ἦταν οἱ δώδεκα, στούς ὁποίους μετά τήν αὐτοκτονία τοῦ ᾿Ιούδα προστέθηκε ὁ Ματθίας καί ἀργότερα ὁ ᾿Ιάκωβος ὁ ἀδελφόθεος καί ὁ Παῦλος. ᾿Απόστολοι ἐπίσης ἦταν οἱ ῾Εβδομήκοντα.

 Προφῆται στήν Κ. Δ. δέν λέγονται μόνον ἐκεῖνοι πού προφητεύουν τά μέλλοντα νά συμβοῦν, ὅπως π.χ. ὁ ῎Αγαβος (Πρξ 21,11), ἀλλά γενικά καί οἱ διδάσκαλοι, πού καλλιεργοῦσαν πνευματικά τούς πιστούς. Οἱ προφῆται ἦταν διδάσκαλοι φωτισμένοι ἀπό τό Πνεῦμα τό ἅγιο. Αὐτοί ἀναφέρονται πάντοτε ἀμέσως μετά τούς ἀποστόλους (βλ. ᾿Εφ 2,20· 3,5).

 Εὐαγγελισταί· ᾿Εδῶ εὐαγγελισταί ὀνομάζονται ἐκεῖνοι πού εὐαγγελίζονται τό θεῖο λόγο σέ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι δέν γνώρισαν τόν Χριστό π.χ. ὁ διάκονος Φίλιππος πού βάπτισε τόν αἰθίοπα εὐνοῦχο. ᾿Αργότερα ὀνομάσθηκαν εὐαγγελισταί οἱ συγγραφεῖς τῶν τεσσάρων εὐαγγελίων.

 Ποιμένες καί διδάσκαλοι· Μπορεῖ νά εἶναι δύο διαφορετικές τάξεις ἀλλά καί μία· ποιμένες πού εἶναι καί διδάσκαλοι. Αὐτοί μένουν μόνιμα στίς ἐκκλησίες πού ἱδρύουν οἱ ἀπόστολοι ἤ στούς τόπους πού πηγαίνουν οἱ προφῆτες καί οἱ εὐαγγελιστές καί δημιουργοῦνται κύκλοι πιστῶν, κατ᾿ οἶκον ἐκκλησίες. Στήν τάξη αὐτή ἀνήκουν ὅσοι στήν Κ.Δ. ὀνομάζονται πρεσβύτεροι, ἐπίσκοποι καί διάκονοι.

 ῾Η παρουσία τῶν χαρισμάτων δημιούργησε διάφορες τάξεις στήν πρώτη ἐκκλησία· ὑπῆρχαν ἀπόστολοι, προφῆται, εὐαγγελισταί, ποιμένες, διδάσκαλοι καί διάφοροι ἄλλοι χαρισματοῦχοι. Αὐτοί ἦταν καί οἱ ἀξιωματοῦχοι τῆς ᾿Εκκλησίας, διορισμένοι καί τοποθετημένοι ἀπό τόν Χριστό. Καί σήμερα ὑπάρχουν ἐπίσκοποι, πρεσβύτεροι, διάκονοι, ἱεροκήρυκες, κατηχητές κτλ. ᾿Αλλά ὑπάρχουν διάφορες τάξεις καί ἀνάμεσα στούς ἁπλούς πιστούς· διδάσκαλοι καί μαθητές, γονεῖς καί παιδιά, ἐργοδότες καί ὑπάλληλοι κτλ., χωρίς αὐτό νά ἐμποδίζει σέ τίποτε τήν ἑνότητα καί τό σύνδεσμο μεταξύ τους. ᾿Αντίθετα ὁ σύνδεσμος τονίζεται καί ἡ ἑνότητα ἐξασφαλίζεται μέσα στήν ποικιλία τῶν χαρισμάτων καί τῶν ἁρμοδιοτήτων.

4,12. πρός τόν καταρτισμόν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.

 ῾Ο στίχος τονίζει τήν ἀποστολή τῶν χαρισματούχων στήν ᾿Εκκλησία καί τόν ἄμεσο σκοπό τῆς δωρεᾶς τῶν χαρισμάτων.

 Πρός τόν καταρτισμόν τῶν ἁγίων· Καταρτίζω σημαίνει «κάνω κάποιον ἤ κάτι ἄρτιο, διορθώνω τίς βλάβες πού ἔχει πάθει». Μετά τό ψάρεμα οἱ μαθητές «ἦσαν καταρτίζοντες τά δίκτυα» (Μθ 4,21· Μρ 1,19). Στήν ἰατρική ὁρολογία, καταρτίζω σημαίνει τοποθετῶ στή θέση του ἤ ἕνα ἐξαρθρωμένο ὀστό ἤ μιά ἐξαρθρωμένη ἄρθρωση. ῎Ετσι ἐπικράτησε νά σημαίνει καί «θεραπεύω, τελειοποιῶ». ῾Η κύρια σημασία του ὅμως εἶναι· «καθιστῶ κάτι κατάλληλο γιά χρήση». ῾Ο ἄνθρωπος πού ἔπεσε σέ κάποιο παράπτωμα ἔχει ἀνάγκη ἀπό διόρθωση, ἀπό πνευματική θεραπεία καί ἀποκατάσταση στήν τελειότητα. ῞Ωστε καταρτισμός τῶν ἁγίων σημαίνει νά γίνονται οἱ ἅγιοι κατάλληλο οἰκοδομικό ὑλικό στήν οἰκοδομή τῆς ᾿Εκκλησίας, νά διορθώνονται, νά βελτιώνονται καί νά τελειοποιοῦνται, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ Ζιγαβηνός.

 ῞Αγιος λέγεται ὁ ξεχωρισμένος ἀπό τόν κόσμο, ὁ ἀφιερωμένος στόν Θεό. ῞Αγιοι ὀνομάζονται ὅλοι οἱ πιστοί, τά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι τέλειοι ἀλλά ἔχουν ἀνάγκη τελειοποιήσεως. Οἱ ἀπόστολοι καί οἱ ἄλλοι χαρισματοῦχοι τῆς ᾿Εκκλησίας ἔχουν ἀναλάβει αὐτό τό ἔργο, ὥστε νά κάνουν τούς πιστούς καταλλήλους εἰς ἔργον διακονίας, στίς διακονίες τῆς ἐκκλησίας, καί εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία, πού ἀποτελεῖται ἀπό μέλη τά ὁποῖα θά πρέπει νά εἶναι καταρτισμένα. Οἱ χαρισματοῦχοι ὁδηγοῦν στήν πίστη ἀπίστους καί ἁμαρτωλούς, τούς καλλιεργοῦν πνευματικά καί τούς συνδέουν σάν ζωντανούς λίθους μέ τήν ᾿Εκκλησία, ἡ ὁποία ἔτσι αὐξάνει καί οἰκοδομεῖται.

 Σκοπός τῶν χαρισμάτων δέν εἶναι ἡ προβολή τῶν χαρισματούχων, ἀλλά ἡ ἐξυπηρέτηση τῶν πιστῶν, ὁ καταρτισμός τῶν ἁγίων. Οἱ χαρισματοῦχοι ἔχουν τό χάρισμα γιά τούς ἄλλους πιστούς καί οἱ πιστοί τό ἀπολαμβάνουν καί τό χαίρονται σάν δικό τους, διότι ξέρουν ὅτι ὁ Χριστός τό ἔδωσε στόν ἀδελφό τους γιά τό δικό τους καλό. ᾿Εξάλλου τά χαρίσματα ἀξιοποιοῦνται μόνο ὅταν ὑπηρετοῦν τούς πιστούς, ὅπως τό γάλα τῆς μητέρας ἔχει ἀξία ὅταν προσφέρεται στό παιδί της. Τότε καί τό παιδί τρέφεται καί ἡ μάνα χαίρεται τρέφοντας τό παιδί της. ῎Ετσι καί οἱ πιστοί ὠφελοῦνται ἀπό τά χαρίσματα τῶν χαρισματούχων, ἀλλά καί οἱ χαρισματοῦχοι χαίρονται δίδον-τας τόν ἑαυτό τους καί τό χάρισμά τους στήν ᾿Εκκλησία· δέν ξυπάζονται καί δέν καταφρονοῦν τούς ἀδελφούς σάν κατωτέρους. ᾿Αλλά καί κανείς πιστός δέν φθονεῖ τόν χαρισματοῦχο, διότι ξέρει ὅτι ὁ Χριστός τόν τίμησε μέ τό χάρισμα, κι ἀφοῦ ἀγαπᾶ τόν Χριστό ἀγαπᾶ καί χαίρεται καί τόν χαρισματοῦχο ἀδελφό ὡς δῶρο τοῦ Χριστοῦ.

4,13. μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ.

 Μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες· «Καταντῶ» σημαίνει φθάνω στό τέρμα, πρα-γματοποιῶ τό σκοπό μου. ῾Ο Χριστός θέλει μέσα στήν ᾿Εκκλησία οἱ πάντες, δηλαδή ὅλοι οἱ πιστοί, νά εἶναι συντονισμένοι καί νά αὐξάνουν ἁρμονικά. Αὐτό βέβαια δέν σημαίνει ὅτι θά ἔχουν ὅλοι τήν ἴδια πνευματικότητα, ἀλλά θά ἔχουν ὅλοι τήν ἴδια συμμετοχή καί κοινωνία στό σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας.

 ῾Ο τελικός σκοπός εἶναι διπλός. Νά φθάσουμε α) εἰς τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί β) στήν ἑνότητα τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Νά πιστεύουμε ὅλοι στόν υἱό τοῦ Θεοῦ, μέ κοινή πίστη. ῎Ετσι ἐπιτυγχάνεται ἡ ἑνότητα, πού εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία. ῾Η πίστη εἶναι ἡ ἀρχή τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἐνῶ ἡ ἐπίγνωση ἡ κορυφή. ᾿Επίγνωση εἶναι ἡ τέλεια γνώση πού συνοδεύεται ἀπό ἐμπειρία, δέν εἶναι θεωρητική. ᾿Οφείλουμε ὅλα τά μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας νά ἔχουμε ὄχι μόνο κοινή πίστη ἀλλά καί κοινή ἐπίγνωση, πνευματική ἐμπειρία. ᾿Αντικείμενο τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιγνώσεως εἶναι ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ. ῞Οταν ὀρθά φρονοῦμε γιά τό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καί ὀρθά ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ἐντολές του, τότε ἐπιτυγχάνεται ἡ ἀληθινή ἑνότητα τῆς πίστεως, ὑπογραμμίζει ὁ Θεοφύλακτος.

 Εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ· ῾Η φράση εἶναι ἐπεξήγηση τῶν προηγουμένων. ῾Η ἑνότητα τῆς πίστεως καί ἡ ἐπίγνωσις τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ στήν τελειοποίηση, κάνει τόν ἄνθρωπο τέλειο ἄνδρα μέ τήν πνευματική ἔννοια, δηλαδή ὡς πρός τήν πίστη καί τήν ἀρετή. ῞Οπως στή φυσική ζωή ὁ ἄνθρωπος ἀπό βρέφος γίνεται παιδί, ἔφηβος κι ἔπειτα ὥριμος ἄνδρας καί ἡ ἀνδρική ἡλικία εἶναι ἡ τέλεια, ἔτσι καί στήν πνευματική ζωή, συνεχῶς ὁ πιστός αὐξάνει καί καλλιεργεῖται μέ στόχο νά γίνει τέλειος ἄνδρας.

 ῾Ηλικία στά ἀρχαῖα ἑλληνικά λέγεται τό ἀνάστημα, πρβλ. τόν Ζακχαῖο, πού ἦταν «τῇ ἡλικίᾳ μικρός» (Λκ 19,3), δηλαδή κοντός. Τό τέλειο πνευματικό ἀνάστημα εἶναι τοῦ τελείου Χριστοῦ. ῾Ο Χριστός εἶναι γιά τούς πιστούς τό μέτρον ἡλικίας, πού πρέπει νά μιμηθοῦν. Νά μή συγκρίνουν τόν ἑαυτό τους μέ τούς συνανθρώπους τους, ὥστε νά τόν βρίσκουν καλύτερο ἀπ᾿ αὐτούς, ἀλλά νά μετροῦν τό πνευματικό τους ἀνάστημα μέ μέτρο τόν Χριστό. Τότε μόνο θά διαπιστώνουν τή μικρότητά τους καί θά ταπεινώνονται.

 Οἱ διδάσκαλοι, προφῆτες καί οἱ ἄλλοι χαρισματοῦχοι καλλιεργοῦν τούς πιστούς καί τούς βοηθοῦν νά προάγονται καί νά αὐξάνουν συνεχῶς, γιά νά φθάσουν κάποτε τό ἀνάστημα τοῦ Χριστοῦ καί νά γίνουν σάν κι αὐτόν. ῾Ως μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας χρωστοῦμε ὑποταγή σ’ αὐτούς πού ὁ Θεός ὅρισε νά μᾶς καταρτίζουν καί νά μᾶς καλλιεργοῦν· ὀφείλουμε νά τούς σεβόμαστε, νά τούς τιμοῦμε, νά τούς ὑπακοῦμε. Κι ὅταν ἀκόμη, σέ κάποιες περιπτώσεις, οἱ ἱερεῖς ἤ ἄλλα ὑψηλά πρόσωπα δέν μᾶς ἐμπνέουν μέ τή ζωή τους, δέν ἔχουμε δικαίωμα νά ἀδιαφορήσουμε γιά τό κήρυγμα καί τή διδασκαλία τους. ῞Οπως ἀπό τόν ταχυδρόμο παίρνουμε τό γράμμα πού μᾶς φέρνει καί δέν τόν ἀποστρεφόμαστε ἐπειδή τυχαίνει νά εἶναι κακοντυμένος, ἔτσι ἀπό τούς χαρισματούχους παίρνουμε τή χάρη καί τό μήνυμα τῆς αἰώνιας σωτηρίας μας, χωρίς νά ἐξετάζουμε τή ζωή τους. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι θά προβάλουμε καί θά βοηθήσουμε ἀναξίους νά ἀναλάβουν ἀξιώματα. Σημαίνει ὅτι θά φροντίσουμε καί θά ἀγωνισθοῦμε γιά τήν κάθαρση τῆς ᾿Εκκλησίας χωρίς νά ξεκόψουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό αὐτήν. Διαφορετικά κινδυνεύουμε νά πέσουμε στήν αἵρεση.

4,14. ἵνα μηκέτι ὦμεν νήπιοι, κλυδωνιζόμενοι καί περιφερόμενοι παντί ἀνέμῳ τῆς διδασκαλίας, ἐν τῇ κυβείᾳ τῶν ἀνθρώπων, ἐν πανουργίᾳ πρός τήν μεθοδείαν τῆς πλάνης.

 ῾Ο στίχος αὐτός τονίζει ἀρνητικά τήν ἀλήθεια τήν ὁποία ὁ ἀπόστολος διατύπωσε θετικά στόν προηγούμενο στίχο.

 Οἱ πατέρες παρατηροῦν ὅτι ὁ ἀπόστολος στόν σκληρό ἔλεγχο πού κάνει στούς ᾿Εφεσίους συμπεριλαμβάνει ταπεινά καί τόν ἑαυτό του, λέγοντας ὦμεν, ὥστε ὁ λόγος νά γίνει δεκτός καί νά ἀποβεῖ ὠφέλιμος.

 ῞Ινα μηκέτι ὦμεν νήπιοι· Δίπλα στόν τέλειο κάι ὥριμο ἄνδρα τοποθετεῖται τό νήπιο μέ τήν ἀτέλεια, τήν ἐπιπολαιότητα καί τήν ἄγνοια. Οἱ μετοχές κλυδωνιζόμενοι καί περιφερόμενοι δηλώνουν τήν ἀστάθεια καί τό εὐμετάβολο τῶν νηπίων. «Κλυδωνίζομαι», σημαίνει «ταλαιπωροῦμαι ἀπό τήν τρικυμία» καί «περιφέρομαι», «παρασύρομαι ἀπό τόν ἄνεμο». Τό πρῶτο λέγεται γιά τά καράβια, τά ὁποῖα χτυπᾶ καί σείει τό κύμα, τό δεύτερο γιά τά φύλλα πού παρασύρει ὁ ἄνεμος.

 Μέ αὐτές τίς δύο εἰκόνες παρουσιάζονται οἱ ἀκαλλιέργητοι καί ἀκατάρτιστοι πιστοί, οἱ ὁποῖοι ὀνομάζονται νήπιοι. Αὐτοί ταράσσονται καί παρασύρονται ἀπό τίς διάφορες διδασκαλίες. Μάλιστα ὁ Παῦλος γράφει παντί ἀνέμῳ τῆς διδασκαλίας, γιά νά δείξει ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί χωρίς καμία σταθερότητα, σάν ἀνεμοδεῖκτες, παρασύρονται ἄλλοτε ἀπό τή μιά κι ἄλλοτε ἀπό τήν ἄλλη διδασκαλία. ᾿Αντιμετωπίζοντας ὁ Παῦλος μιά παρόμοια κατάσταση στήν πρός ῾Εβραίους ἐπιστολή γράφει· «διδαχαῖς ποικίλαις καί ξέναις μή παραφέρεσθε» (13,9).

 ᾿Επισημαίνεται μία ἐπικίνδυνη κατάσταση στήν ὁποία μπορεῖ νά πέσουν οἱ πιστοί ἄν δέν προσέξουν, ὅπως φαίνεται ἀπό τό παράδειγμα τῶν νικολαϊτῶν. Οἱ διδάσκαλοι τῶν αἱρετικῶν μοιάζουν μ᾿ ἕναν ἀέρα φοβερό, ὁ ὁποῖος πνέει ἄγρια καί σείει τή θάλασσα καί δημιουργεῖ τρικυμία, καί μέσα στήν τρικυμία αὐτή τά πλοῖα κλυδωνίζονται, σαλεύονται, κινδυνεύουν νά καταποντισθοῦν ἤ χάνουν τήν κατεύθυνσή τους ἤ σπάζει τό πηδάλιο καί δέν πηγαίνουν ὅπου θέλουν ἀλλά ὅπου τά πάει ὁ ἄνεμος γιά νά τά συντρίψει.

 Οἱ αἱρετικοί εἶναι ἐπιτήδειοι καί παρασύρουν τούς πνευματικά ἀρχαρίους, τούς νηπίους. Οἱ πιστοί ὅμως πού καταρτίζονται καί οἰκοδομοῦνται ἀπό τούς χαρισματούχους τῆς ᾿Εκκλησίας δέν εἶναι πλέον νήπια πνευματικά, ἀλλά τέλειοι ἄνδρες καί ἔτσι δέν παραπλανῶνται ἀπό ὁποιαδήποτε διδασκαλία.

 ᾿Εν τῇ κυβείᾳ τῶν ἀνθρώπων· ῾Η κυβεία εἶναι τό παιχνίδι τῶν ζαριῶν. ῾Ο Θεοδώρητος λέγει· «῎Ιδιον δέ τῶν κυβευόντων τό τῇδε κἀκεῖσε μεταφέρειν τάς ψήφους καί πανούργως τοῦτο ποιεῖν». Οἱ ἐπιτήδειοι πού ἔχουν ἐξασκηθεῖ στό παίξιμο τῶν ζαριῶν μποροῦν νά ξεγελοῦν ἐκείνους πού δέν ξέρουν τά κόλπα καί τίς δολοπλοκίες τους. Μόνη ἡ διδασκαλία τῶν ἀνθρώπων ἔχει δολιότητα, εἶναι αἱρετική καί πλανεμένη καί ξεγελάει τούς ἀφελεῖς, ἐνῶ ἡ διδαχή τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει νοθεία.

 ᾿Ακόμη περισσότερο τονίζεται ἡ ἀποπλάνηση τῶν νηπίων μέ τή φράση· ἐν πανουργίᾳ πρός τήν μεθοδείαν τῆς πλάνης. ῾Η λέξη πανοῦργος στήν Π.Δ. ἔχει πάντοτε καλή σημασία καί δηλώνει τόν συνετό, ἐνῶ στήν Κ.Δ. ἔχει πάντοτε κακή σημασία. ῾Η πλάνη εἶναι τό χαρακτηριστικό τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος πλανᾶ καί ἐξαπατᾶ, μεθοδεύει τήν πλάνη, τῆς βάζει τή μάσκα τῆς ἀλήθειας. Μέ τήν ἴδια πονηριά καί πανουργία πολλοί ἄνθρωποι ἀπατοῦν τούς ἀστήρικτους χριστιανούς καί μέ διάφορες πλανερές μεθόδους τούς παρασύρουν ἀπό τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως στήν πλάνη. ῞Οπως οἱ κυβευτές κυβεύουν τά χρήματα καί τήν ὑπόληψη τῶν συμπαικτῶν τους, ἔτσι οἱ αἱρετικοί κυβεύουν τήν πνευματική μας ζωή. ῾Ωστόσο οἱ καταρτισμένοι καί τέλειοι χριστιανοί μένουν ἀνεπηρέαστοι ἀπό ὅλα αὐτά.

4,15. ἀληθεύοντες δέ ἐν ἀγάπῃ αὐξήσωμεν εἰς αὐτόν τά πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστός.

 ᾿Αληθεύοντες δέ ἐν ἀγάπῃ· ᾿Ενῶ οἱ ἄπιστοι, οἱ ἄνθρωποι τοῦ διαβόλου, χρησιμοποιοῦν τεχνάσματα καί πλάνη, οἱ πιστοί, παραγγέλλει ὁ ἀπόστολος, νά παραμένουν στήν ἀλήθεια καί στήν ἀγάπη, νά εἶναι δηλαδή ἀληθινοί καί εἰλικρινεῖς στήν ἀγάπη.

 ῾Ο Παῦλος τοποθετεῖ στό τέλος αὐτό πού ἰδιαίτερα θέλει νά τονίσει. Αὐξήσωμεν εἰς αὐτόν τά πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστός· Αὐξήσωμεν ὡς πρός τήν πνευματική αὔξηση, τήν τελειοποίηση, τήν ὁλοκλήρωσή μας ἐν Χριστῷ. Εἰς αὐτόν σημαίνει σύμφωνα μέ αὐτόν ἤ κατά Χριστόν. Κεφαλή τοῦ σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός. ῞Οπως στό σῶμα τά μέλη εἶναι ἀνάλογα μέ τήν κεφαλή, ἔτσι καί στήν ᾿Εκκλησία, τά μέλη τοῦ σώματος, οἱ πιστοί, πρέπει συνεχῶς νά αὐξάνουν γιά νά προσαρμοστοῦν τέλεια πρός τήν κεφαλή, νά εἶναι ἀντάξιοι τοῦ Χριστοῦ. ῾Ο Χριστός εἶναι τό πρότυπο καί τό ὑπόδειγμά μας, ἡ ἐν Χριστῷ αὔξησή μας εἶναι ἡ προσπάθεια νά μιμηθοῦμε τόν Χριστό, ὥστε κανένα μέλος νά μήν παραμείνει ἀτροφικό, ἀλλά ὅλο τό σῶμα νά εἶναι ὁμοιόμορφο μέ τήν κεφαλή. ῞Οπως ὁ καλλιτέχνης πού δουλεύει γιά νά κάνει ἕνα ἀριστούργημα ἔχει μπροστά του τό πρότυπο καί σύμφωνα μ᾿ αὐτό διαμορφώνει τό ἔργο του, ἔτσι κάθε πιστός ἔχει μπροστά του τό τέλειο πρότυπο, τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό. Μέ τή μίμηση τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος, πού πλάσθηκε κατ᾿ εἰκόνα καί καθ᾿ ὁμοίωση Θεοῦ, ἐξομοιώνεται μέ τόν Δημιουργό. ᾿Επειδή ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ ᾿Αδάμ, ἀχρειώθηκε ἀπό τήν ἁμαρτία (βλ. Ψα 48,21), γι᾿ αὐτό ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά μᾶς δώσει ἕναν ὑπογραμμό, νά ἀκολουθήσουμε στά ἴχνη του. Τόν Χριστό τόν βλέπουμε ζωντανό στήν ᾿Εκκλησία του, στό εὐαγγέλιο καί στά μυστήριά του. Γι᾿ αὐτό τό κλίμα μέσα στό ὁποῖο μπορεῖ νά ἀναπτυχθεῖ φυσιολογικά ὁ ἄνθρωπος καί νά ἐπιτύχει τό σκοπό καί τόν προορισμό τῆς ζωῆς του εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία.

 Τά πάντα σημαίνει ὅλες τίς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς μας. Νά εἶναι ὅλες κατά Χριστόν. ῾Ο Χριστός δέν θέλει μεμονωμένα καλούς τούς ἀνθρώπους, ἀλλά τούς θέλει τέλειους ὡς σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας. Καί εἶναι γεγονός ὅτι μέσα στήν ὀργανική ἑνότητα τοῦ σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ χάρη καί ἡ αὔξηση ἐκείνων πού προκόβουν πνευματικά ἐπεκτείνεται καί στούς ἀρχαρίους καί ἀτελεῖς. ῾Ως μέλη τῆς ᾿Εκκλησίας, τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀναγνωρίζουμε τόν Χριστό κεφαλή μας, ὑποτάσσουμε τό θέλημά μας στό δικό του, ἔχουμε νοῦν Χριστοῦ καί ζοῦμε ὅπως θέλει ὁ Χριστός. Τότε ἐκπληρώνουμε τόν σκοπό τῆς ζωῆς μας, ὅταν ὁ Χριστός μέ τό ἀνάστημά του, μέ τό μέτρο τῆς ἡλικίας του, μέ τό θέλημά του, μᾶς δίνει τό μέτρο τῆς ζωῆς μας, τή μορφή καί τό περιεχόμενό μας. Διαφορετικά κόβουμε τόν Χριστό στά δικά μας μέτρα, κάνουμε τό δικό μας θέλημα ἤ παίρνουμε μόνο ἕνα ἐπιφανειακό ἐπίχρισμα ἀπό τόν Χριστό, χάνουμε τόν σκοπό τῆς ζωῆς μας, ναυαγοῦμε καί ἀποτυγχάνουμε.

4,16. ἐξ οὗ πᾶν τό σῶμα συναρμολογούμενον καί συμβιβαζόμενον διά πάσης ἁφῆς τῆς ἐπιχορηγίας κατ᾿ ἐνέργειαν ἐν μέτρῳ ἑνός ἑκάστου μέρους τήν αὔξησιν τοῦ σώματος ποιεῖται εἰς οἰκοδομήν ἑαυτοῦ ἐν ἀγάπῃ.

 Στό στίχο αὐτό ὁ ἀπόστολος ἐπιμένει στήν εἰκόνα τοῦ σώματος καί μιλάει γιά τήν αὔξησιν τοῦ σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας. «῞Ολο τό σῶμα», λέγει ὁ Παῦλος, «συναρμολογεῖται καί συνταιριάζεται μέ τή βοήθεια τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐγγίζει ὅλα τά μέλη καί δίνεται στό καθένα ἀνάλογα μέ τή δεκτικότητά του· ἔτσι τό σῶμα αὐξάνει καί οἰκοδομεῖται μέ τό νόμο τῆς ἀγάπης». Τό ἴδιο χωρίο μέ ὁρισμένες παραλλαγές βρίσκεται καί στήν πρός Κολασσαεῖς «ἐξ οὗ πᾶν τό σῶμα διά τῶν ἁφῶν καί συνδέσμων ἐπιχορηγούμενον καί συμβιβαζόμενον αὔξει τήν αὔξησιν του Θεοῦ» (2,19). (᾿Ανάλυση τοῦ χωρίου βλ. Στέργιου Σάκκου, ῾Η ἔρευνα τῆς Γραφῆς σελ. 58-100).

 ᾿Εξ οὗ, ἐννοεῖται ὁ Χριστός, ἡ κεφαλή τοῦ σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας, στόν ὁποῖο ὀφείλεται καί ἡ ὕπαρξη ἀλλά καί ἡ ὑγεία της· «ἐκεῖθεν ἔχει τό εἶναι καί τό καλῶς εἶναι», λέει ὁ Χρυσόστομος.

 Πᾶν τό σῶμα συναρμολογούμενον καί συμβιβαζόμενον· Στήν αὔξηση τῶν μελῶν τοῦ σώματος ὑπάρχει μιά ἁρμονία. Δέν γίνεται π.χ. τό ἕνα χέρι 2 μέτρα καί τό ἄλλο 0,5 μ., ἀλλά συναυξάνουν ἁρμονικά. ᾿Επίσης τά διάφορα μέλη τοῦ σώματος συναρμολογοῦνται καί συνδέονται μεταξύ τους καί ὅλα, μέ τή βοήθεια τῶν νεύρων, συνδέονται μέ τήν κεφαλή. Αὐτό τό παράδειγμα τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος χρησιμοποιεῖ ὁ ἀπόστολος γιά νά μιλήσει γιά τήν ᾿Εκκλησία. Οἱ πιστοί συνδέονται ἁρμονικά μεταξύ τους καί ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα. ᾿Επιπλέον συνδέονται στενά ὁ καθένας μέ τήν κεφαλή, τόν Χριστό. Καί ὅλη ἡ ᾿Εκκλησία «ἐπιχορηγεῖται», διαποτίζεται ἀπό τό Πνεῦμα τό ἅγιο, τό ὁποῖο αὐξάνει καί χαριτώνει τό κάθε μέλος.

 Διά πάσης ἁφῆς τῆς ἐπιχορηγίας· ῾Η αὔξηση τοῦ σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας ἐπιτυγχάνεται ὅταν κάθε μέλος βρίσκεται σέ ἐπαφή μέ τήν ἐπιχορηγία τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή μέ τήν πνευματική δύναμη καί βοήθεια ἡ ὁποία ἔρχεται ἀπό τόν Χριστό καί ἀγγίζει τό κάθε μέλος χωριστά, κατά τόν Οἰκουμένιο. Τήν ἴδια ἀλήθεια περιγράφει μέ μία πολύ ζωηρή εἰκόνα ὁ ἅγιος Χρυσόστομος· «Τό Πνεῦμα ἄνωθεν ἐπιρρεόμενον ἀφθόνως καί πάντων ἁπτόμενον τῶν μελῶν καί χορηγούμενον· οὕτως αὔξεται».

 ᾿Εντούτοις αὐτή ἡ ἐπιχορηγία δέν δίδεται σ᾿ ὅλους ἐξίσου ἀλλά κατ᾿ ἐνέργειαν ἐν μέτρῳ ἑνός ἑκάστου μέρους. Κάθε πιστός λαμβάνει τόση φλόγα, ὅσο μεγάλο εἶναι τό φιτίλι του· τόσο περιεχόμενο, ὅσο μεγάλη εἶναι ἡ χωρητικότητα τοῦ σκεύους του. Λαμβάνει χάρη ἀνάλογα πρός τή δυνατότητα προσλήψεώς του.

 ῾Η ἐπιχορηγία γίνεται μέ δίκαιη κατανομή καί αὐτό ἐκφράζει τό ἐν ἀγάπῃ. ῾Η ἀγάπη εἶναι ὁ πνευματικός νόμος, μέ τόν ὁποῖο συντελεῖται ἀπό τόν Χριστό ἡ οἰκοδομή τοῦ σώματος, δηλαδή ἡ αὔξησή του.῾Ο Θεός ἐπιχορηγεῖ καί ὁ ἄνθρωπος συνεργάζεται. Συνεπῶς καί ἡ αὔξηση, ὅπως καί ἡ ἀναγέννηση καί ἡ ἀνακαίνιση, εἶναι ἔργο τῆς χάριτος ἀλλά καί δικό μας. ῎Ετσι καταλήγει καί ὁ τελευταῖος στίχος τῆς ἀποστολικῆς περικοπῆς· Τό σῶμα ποιεῖται τήν αὔξηση τοῦ σώματος ὥστε νά οἰκοδομεῖ τόν ἑαυτό του ἐν ἀγάπῃ. ῾Η πνευματική αὐτή οἰκοδομή γίνεται μέ τρεῖς τρόπους· α) μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρός τά μέλη τοῦ σώματός του, δηλαδή τούς πιστούς, β) μέ τήν ἀγάπη τῶν μελῶν πρός τόν Χριστό, τήν κεφαλή τους, καί γ) μέ τήν ἀγάπη τῶν μελῶν μεταξύ τους.

 Οἱ πιστοί δέν εἶναι παθητικοί δέκτες, ἀλλά συμβάλλουν κι αὐτοί κατά κάποιο τρόπο στήν αὔξηση τοῦ σώματος τῆς ᾿Εκκλησίας. Τό κάθε μέλος τρέφεται καί αὐξάνει μόνο του καί αὐξάνοντας τρέφει καί δίνει τήν αὔξηση σ᾿ ὅλο τό σῶμα. Τό κάθε μέλος στό ἀνθρώπινο σῶμα εἶναι δέκτης καί δότης· τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν ᾿Εκκλησία. ῞Ολα αὐτά γίνονται ἐν ἀγάπῃ, μέ συμπάθεια, μέ ἁρμονική συνεργασία, μέ ὁμαλή ρυθμική ζωή, ὅπως καί στά μέλη τοῦ σώματος. Τό κάθε μέλος μέ τό νά αὐξάνει δέν κρατάει τήν αὔξηση γιά τόν ἑαυτό του ἀλλά τή δίδει στό ὅλο σῶμα. ῞Οπως σ᾿ ἕναν πολυέλαιο ἡ κάθε λάμπα, πού φωτίζει, αὐξάνει ὅλο τό φωτισμό.

Στεργίου Σάκκου, Ἀποστολικές περικοπές (βοήθημα κυκλαρχῶν)